Δεκεμβρίου 31, 2014

Οι επιλογές μιας χώρας κάτω από την ολομέτωπη επίθεση της Υπερεθνικής Ελίτ: H Ρώσικη περίπτωση

ΠΗΓΗ: Pravda.ru & The International Journal of Inclusive Democracy ―ελληνική μετάφραση― (28 Δεκεμβρίου 2014) *

* Το άρθρο του Τάκη Φωτόπουλου πρωτοδημοσιεύθηκε στην Αγγλική έκδοση της εφημερίδας Pravda.ru στις 22/12/2014  και παράλληλα στο διεθνές περιοδικό της Περιεκτικής Δημοκρατίας, The International Journal of Inclusive Democracy. Η μετάφραση είναι των Πάνου Λιβιτσάνου και Μιχάλη Δαγτζή και αναδημοσιεύεται από εδώ.

Πρόλογος Τάκη Φωτόπουλου για την Ελληνική έκδοση του άρθρου
Το άρθρο αυτό δεν αφορά βέβαια μόνο τη Ρώσικη περίπτωση, αλλά και την περίπτωση κάθε χώρας, όπως η Ελληνική, που επίσης βρίσκεται εδώ και τέσσερα χρόνια κάτω από την ολομέτωπη επίθεση της Υπερεθνικής Ελίτ, μέσα από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Παρόλα αυτά, το θέμα της άμεσης μονομερούς εξόδου από την ΕΕ δεν αποτέλεσε ποτέ θέμα της δημοσίας συζήτησης στην Ελλάδα (σε αντίθεση με άλλες χώρες που δεν έχουν καν υποστεί παρόμοια οικονομική καταστροφή!) ακόμη και τώρα που ολοκληρώνεται η οικονομική και κοινωνική καταστροφή. Και γι’ αυτό ευθύνονται βέβαια απόλυτα οι πολιτικές δυνάμεις μιας «Αριστεράς», η οποία ετοιμάζεται μάλιστα ν’αναλάβει και την εξουσία, που δεν διανοείται καν να θέσει παρόμοιο θέμα. Απλά, οι πιο «ριζοσπαστικές» δυνάμεις μέσα στην, πλήρως ενσωματωμένη στην ΝΔΤ της παγκοσμιοποίησης, «Αριστερά» (εξαιρούμενου του ΚΚΕ που θέτει μεν το θέμα, αλλά το συνδέει με την …επανάσταση) θέτουν μόνο θέμα εξόδου από το Ευρώ, που βέβαια θα είναι εξίσου σχεδόν καταστροφική με τις πολιτικές του ΣΥΡΙΖΑ, εάν δεν συνοδευθεί με μέτρα όπως τα προτεινόμενα στο άρθρο.
Τ.Φ., 28.12.2014

Περίληψη: Το άρθρο αυτό εξετάζει τις επιλογές που είναι διαθέσιμες στη Ρωσία, έτσι ώστε, όχι μόνο να ανατραπεί η μετωπική επίθεση της Υ/Ε εναντίον της, αλλά επίσης να δημιουργηθούν οι συνθήκες που θα μπορούσαν να εξασφαλίσουν την οικονομική και εθνική της κυριαρχία και θα την έκαναν άτρωτη σε παρόμοιο οικονομικό πόλεμο στο μέλλον. Διαπιστώνεται ότι υπάρχουν τρεις βασικές επιλογές που εξαρτώνται από τη μέθοδο κατανομής των οικονομικών πόρων, ουσιαστικά από τη μορφή της οικονομίας, που θα επιλεγεί. Δηλαδή, α) η συνέχιση της σημερινής καταστροφικής διαδικασίας της πλήρους ενσωμάτωσης της χώρας στη ΝΔΤ β) η δημιουργία μιας οικονομίας έξω από το σύστημα της οικονομίας της αγοράς και την  ΝΔΤ ή, εναλλακτικά, γ) μια «ενδιάμεση» κοινωνικά-ελεγχόμενη οικονομία της αγοράς, την οποία θεωρούμε εδώ ότι είναι η μόνη εφικτή λύση στις συγκεκριμένες συνθήκες.

Είναι γενικά αποδεκτό σήμερα, (τουλάχιστον ανάμεσα σε όσους δεν ανήκουν στο ακαδημαϊκό και μιντιακό δίκτυο της Υ/Ε–δηλαδή της Υπερεθνικής Ελίτ, η οποία αποτελείται, κυρίως, από τις ελίτ που εδράζονται στις χώρες της «Ομάδας των 7»– καθώς και τους συνοδοιπόρους της στη φιλελεύθερη «Αριστερά» και στη ρωσική ελίτ, (δηλαδή την «πέμπτη φάλαγγα» όπως την έχει ονομάσει ο ίδιος ο Πούτιν), ότι η Ρωσία αντιμετωπίζει σήμερα μία ολομέτωπη και γενικευμένη επίθεση. Μια επίθεση από την Υ/Ε που στοχεύει στην υποταγή της Ρωσίας στη Νέα Διεθνή Τάξη (ΝΔΤ) της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης. Αυτό φαίνεται ξεκάθαρα από τη συντονισμένη επίθεση στο οικονομικό, όπως και στο πολιτικό, το στρατιωτικό και στο προπαγανδιστικό μέτωπο, και επιβεβαιώθηκε ακόμη και από την πρόσφατη σημαντική συνέντευξη του Πούτιν[1]. Συνεπώς, το ερώτημα είναι ποιες είναι οι διαθέσιμες επιλογές για τη Ρωσία ώστε, όχι μόνο να αντιμετωπίσει την επίθεση, αλλά και να δημιουργήσει τις συνθήκες που θα της διασφάλιζαν την οικονομική και εθνική κυριαρχία, και θα την έκαναν απρόσβλητη σε παρόμοιο μελλοντικό οικονομικό πόλεμο εναντίον της που είναι, όπως έγραψα πρόσφατα,[2] η κύρια μορφή πολέμου που χρησιμοποιείται από την Υ/Ε.
Όπως θα προσπαθήσω να δείξω, η απάντηση σε αυτό το ερώτημα εξαρτάται αποφασιστικά από την ίδια την μέθοδο για τη κατανομή των οικονομικών πόρων που θα επιλεγεί και από τις σχετικές κοινωνικο-οικονομικές αλλαγές. Μπορούμε, επομένως, να διακρίνουμε μεταξύ τριών διαφορετικών επιλογών, που εξαρτώνται από τη μέθοδο κατανομής των οικονομικών πόρων, στην πραγματικότητα, από τη μορφή της οικονομίας που θα επιλεγεί.
  1. Οικονομία της αγοράς ενσωματωμένη στη ΝΔΤ
Οι σημερινές πολιτικές της ελεύθερης αγοράς που εφαρμόζουν οι οπαδοί της παγκοσμιοποίησης (‘παγκοσμιοποιητές’) μέσα στη ρωσική ελίτ, οι οποίοι φαίνεται να ελέγχουν τους κύριους οικονομικούς θεσμούς της χώρας, βασίζονται στην υπόθεση ότι η χρήση των νεοφιλελεύθερων οικονομικών εργαλείων, που είναι κυρίως νομισματικής φύσης (επιτόκια, άμεσες επεμβάσεις της κεντρικής τράπεζας στην αγορά νομίσματος κλπ), που μπορεί να συνοδεύονται και από διοικητικά μέτρα τιμωρίας των κερδοσκόπων, τελικά θα σταθεροποιήσουν την αξία του νομίσματος. Ωστόσο, αυτή είναι μία «πολιτική», (αν κανείς θα μπορούσε να την αποκαλέσει πολιτική), η οποία, στην καλύτερη περίπτωση, μπορεί να απαλύνει κάποια από τα συμπτώματα της τρέχουσας κρίσης, και όχι τις αιτίες της. Είναι σαν την ασπιρίνη που χρησιμοποιείται για να κατεβάσει τον πυρετό του ασθενούς. Μια σταθεροποίηση της τιμής του πετρελαίου στα $60 ή παρακάτω τον ερχόμενο χρόνο, και μία αντίστοιχη σταθεροποίηση της αξίας του νομίσματος στα τρέχοντα πολύ χαμηλά επίπεδα, τα οποία θα μπορούσαν τελικά να οδηγήσουν στην απώλεια περισσότερου του ενός τρίτου της αξίας του σε σχέση με πέρυσι, δεν είναι βέβαια ό,τι καλύτερο για μία χώρα που βασίζεται έντονα στις εισαγωγές για να καλύψει ακόμη και τις βασικές ανάγκες του λαού της. Με άλλα λόγια, ο συνδυασμός μιας πολύ χαμηλής τιμής του πετρελαίου με μία δραστική υποτίμηση του νομίσματος είναι βέβαιο ότι θα οδηγήσει σε μία αντίστοιχη δραστική πτώση στα πραγματικά εισοδήματα, δηλαδή, στην αγοραστική δύναμη μισθών και ημερομισθίων. Άρα, όσο περισσότερο διαρκεί η εσκεμμένη δραματική πτώση στην τιμή του πετρελαίου, και παρατείνονται οι οικονομικές κυρώσεις ενάντια στη Ρωσία, τόσο πιο δραματικές θα είναι οι κοινωνικές και οικονομικές συνέπειες.
Επιπρόσθετα, οι πολιτικές υποκατάστασης των εισαγωγών, με σκοπό την αναδιάρθρωση της παραγωγικής δομής––από μία που είναι εξαρτώμενη από τις εισαγωγές για σχεδόν τα πάντα σε μία πιο αυτοδύναμη οικονομία με έναν σημαντικό εξαγωγικό τομέα που εξάγει μία ποικιλία προϊόντων–– προϋποθέτει μαζική επένδυση στην έρευνα και ανάπτυξη, καθώς και σημαντικές παραγωγικές επενδύσεις, όχι μόνο στην υποδομή, που βοηθάει κυρίως το εμπόριο, αλλά πρωτίστως στον πρωτογενή και δευτερογενή τομέα. Εντούτοις, τέτοιες μαζικές επενδύσεις δεν μπορούν απλώς να αφεθούν στο ιδιωτικό κεφάλαιο, ντόπιο η ξένο. Τα κριτήρια των ιδιωτικών επενδύσεων είναι πολύ διαφορετικά από εκείνα των κοινωνικών επενδύσεων. Το κύριο κριτήριο των ιδιωτικών επενδύσεων είναι η κερδοφορία και η ανάπτυξη (των επιχειρήσεων), ενώ το κύριο κριτήριο των κοινωνικών επενδύσεων είναι η καλύτερη ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών, με έναν τρόπο που να προστατεύει τόσο την εργασία όσο και το περιβάλλον. Επιπλέον, οι Υπερεθνικές Επιχειρήσεις (Πολυεθνικές) ελκύονται στο να επενδύσουν μόνο αν έχουν εξασφαλισμένο υψηλό ποσοστό κέρδους για τις δραστηριότητές τους –λόγου χάρη, εξαιτίας του πολύ χαμηλότερου συγκριτικού κόστους παραγωγής (δηλαδή, εργασία σε συνθήκες γαλέρας, χαμηλοί εταιρικοί φόροι, μειωμένοι κοινωνικοί έλεγχοι για την προστασία της εργασίας και του περιβάλλοντος κ.λπ.), σε σχέση με άλλες ανταγωνιστικές χώρες. Αυτο άλλωστε ακριβώς συνέβη με την μαζική εκροή επενδυτικού κεφαλαίου τις τελευταίες δύο δεκαετίες από τον «Βορρά» στο «Νότο» (κυρίως στις χώρες των «BRICS»), οδηγώντας στην αποβιομηχάνιση στις χώρες του Βορρά και τα υποτιθέμενα οικονομικά «θαύματα» του Νότου.
Στην περίπτωση της σημερινής Ρωσίας, υπάρχουν επιπρόσθετοι λόγοι γιατί τέτοιες μαζικές επενδύσεις για την αναδιάρθρωση της παραγωγικής της δομής δεν μπορούν να αφεθούν στο ξένο κεφάλαιο, είτε είναι δανειακό, είτε επενδυτικό.  Το πρώτο αποκλείεται εξαιτίας των αυστηρών κυρώσεων που επιβάλλονται από την Υ/Ε, ενώ το δεύτερο από μία ανεπίσημη «επενδυτική απεργία» εκ μέρους των Πολυεθνικών. Προφανώς, οι Πολυεθνικές που κυριαρχούν στις οικονομικές και πολιτικές ελίτ μέσα στην Υ/Ε δεν έχουν κανένα απολύτως λόγο να ξεκινήσουν να επενδύουν στη Ρωσία, οποιαδήποτε και αν είναι τα κίνητρα που προσφέρονται από αυτή, εάν αυτή τη στιγμή ο στρατηγικός στόχος της Υ/Ε είναι να υποτάξει τη Ρωσία και να τη μετατρέψει σε έναν μη-κυρίαρχο οικονομικό «εταίρο», όπως η Κίνα και η Ινδία.
Όπως σωστά τόνισε ο Πούτιν στη προαναφερθείσα συνέντευξη τύπου, η Ρωσία πληρώνει το τίμημα της απροθυμίας της να γίνει ένα υποτελές μέλος της Υ/Ε, όπως είναι οι άλλες χώρες των «BRICS» (Βραζιλία, Ινδία, Κίνα, Νότια Αφρική). Στην πραγματικότητα, η Ρωσία πληρώνει ακριβά το τίμημα, όχι μόνο επειδή δεν έχει δείξει καμία πρόθεση να υποκύψει στο θέμα της Ουκρανίας, αλλά επίσης επειδή συνεχίζει τη συστηματική της προσπάθεια να προωθήσει την Ευρασιατική Ένωση, ως έναν εναλλακτικό πόλο κυρίαρχων εθνών. Έτσι, όπως είχε προειδοποιήσει η Χίλαρι Κλίντον πριν από αρκετό καιρό :
«Οι ΗΠΑ προσπαθούν να αποτρέψουν τη Ρωσία από το να αναδημιουργήσει μια νέα εκδοχή της Σοβιετικής Ένωσης με το τέχνασμα της οικονομικής ενοποίησης… Υπάρχει μια κίνηση για επανα-σοβιετικοποίηση της περιοχής… Δεν πρόκειται να ονομαστεί έτσι. Θα την ονομάσουν τελωνειακή ένωση, ή Ευρασιατική Ένωση και όλα τα σχετικά… Αλλά ας μην κάνουμε κανένα λάθος σχετικά με αυτό. Ξέρουμε ποιος είναι ο στόχος [τους] και προσπαθούμε να βρούμε αποτελεσματικούς τρόπους να καθυστερήσουμε ή να αποτρέψουμε την πραγματοποίηση του.»[3]
Και στη συνέχεια, ένα πολύ πρόσφατο κύριο άρθρο των Times ήταν πολύ ειλικρινές στο να αποκαλύψει την άμεση σχέση μεταξύ της ρωσικής οικονομικής κρίσης και της Ουκρανίας, και επίσης στο να δείξει τι πρέπει να κάνει ο Πούτιν, αν θέλει να δει το πρόβλημα της οικονομικής κρίσης να επιλύεται άμεσα:
«Αυτό που είναι ξεκάθαρο είναι ότι η Ρωσία είναι πολύ ευάλωτη στις διακυμάνσεις της τιμής του πετρελαίου επειδή ο κύριος Πούτιν δεν έχει κάνει αρκετά ώστε να διαφοροποιήσει την οικονομία της. Από τη στιγμή που η ανάπτυξη βούλιαξε, στράφηκε στον εξωτερικό τυχοδιωκτισμό για να αποσπάσει την προσοχή των ψηφοφόρων, οι οποίοι την πληρώνουν ακριβά. Δεν είναι πολύ αργά εάν θέλει να απαλύνει το βάρος τους, αποσυρόμενος άνευ όρων από την Ουκρανία.»[4]
Δεν χρειάζεται να προσθέσουμε ότι η δημιουργία νέων αγορών πετρελαίου και αντίστοιχων δικτύων διανομής (με Κίνα, Τουρκία κ.λπ.) μπορεί μεν να είναι σημαντική στη διασφάλιση αγορών, αλλά είναι ασήμαντη σε σχέση με τις παραπάνω συνέπειες της σημερινής, προσχεδιασμένης από την Υ/Ε, Ρώσικης κρίσης. Οι νέοι επιχειρηματικοί εταίροι της Ρωσίας προφανώς δεν πρόκειται να πληρώσουν ακριβότερη τιμή του πετρέλαιου από αυτή στη διεθνή αγορά, η οποία σε τελική ανάλυση καθορίζεται από τα πελατειακά καθεστώτα του Κόλπου και τις πολυεθνικές της Υ/Ε. Ακόμα κι αν η Ρωσία, μαζί με αυτές τις χώρες, δημιουργήσουν ένα νέο δικό τους νόμισμα –π.χ. στη βάση της αξίας ενός «καλαθιού νομισμάτων» των χωρών που ανήκουν στις BRICS– θα μπορούσε κανείς να προβλέψει πως η τιμή του πετρελαίου και του φυσικού αερίου θα μετατρεπόταν μεν στο νέο νόμισμα αντί για το αμερικάνικο δολάριο, αλλά σε τιμές που θα αντανακλούν την διεθνή τιμή του πετρελαίου σε αμερικανικά δολάρια––ιδιαίτερα εάν τυχόν η προσφερόμενη τιμή απο τη Ρωσία θα ήταν υψηλότερη από την παγκόσμια τιμή. Προφανώς, μία επιχειρηματική συνεργασία, όπως είναι η τωρινή σχέση μεταξύ Ρωσίας-BRICS, δεν την κάνει, από μόνη της, και συμμαχία!
Το συμπέρασμα είναι ότι όσο η Ρωσία είναι ενσωματωμένη στη ΝΔΤ, την οποία διαχειρίζεται η Υ/Ε, θα είναι ένα υποτελές μέλος της, όπως είναι και οι υπόλοιπες χώρες των BRICS, των οποίων οι οικονομικές πολιτικές δεν καθορίζονται από τις κυβερνήσεις τους αλλά από τις «αγορές», δηλαδή τις Πολυεθνικές, οι οποίες ελέγχουν αυτές τις αγορές. Καμιά από τις χώρες των BRICS δεν είναι, για παράδειγμα, ικανή να επιβάλλει τον οποιοδήποτε αποτελεσματικό κοινωνικό έλεγχο στις αγορές της για να προστατέψει την εργασία ή το περιβάλλον, καθώς γνωρίζει πολύ καλά ότι θα αντιμετωπίσει άμεση οικονομική και/ή στρατιωτική βία που θα την εξαναγκάσει να αλλάξει γνώμη. Η Ρωσία, όπως και άλλα καθεστώτα που προσπάθησαν στο παρελθόν να αντισταθούν στην Υ/Ε (Γιουγκοσλαβία, Ιράκ, Λιβύη, Συρία, Ιράν κ.ο.κ.)         γνωρίζουν πολύ καλά αυτή τη βασική «αλήθεια» μέσα στην ΝΔΤ της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης, που κάνει ξεκάθαρο τον τρόπο λειτουργιάς της καπιταλιστικής οικονομίας της αγοράς σήμερα.
  1. Μια οικονομία έξω από το σύστημα της αγοράς και την ΝΔΤ
Η δεύτερη επιλογή είναι η ριζοσπαστική, η οποία προϋποθέτει την απόρριψη της οικονομίας της αγοράς συνολικά ως μεθόδου κατανομής των οικονομικών πόρων. Η λογική πίσω από αυτή είναι πως το σύστημα της αγοράς στερεί από την κοινωνία την ικανότητα να καθορίζει συλλογικά την οικονομική διαδικασία, την οποία αφήνει αντίθετα στο υποτιθέμενο «αόρατο χέρι» της αγοράς, το οποίο, όμως, όπως έχει δείξει η ιστορική εξέλιξη του συστήματος, οδηγεί αναπόφευκτα σε αυξανόμενη συγκέντρωση εισοδήματος και πλούτου (και συνεπώς οικονομικής και πολιτικής δύναμης) στα χέρια των ολίγων. Αυτό είναι αναπόφευκτο, επειδή η αυξανόμενη συγκέντρωση πλούτου/εισοδήματος είναι ενσωματωμένη στη λογική «ανάπτυξη ή θάνατος» του καπιταλιστικού συστήματος της αγοράς. Στην πραγματικότητα, το σύστημα της αγοράς, όχι μόνο δεν είναι η τέλεια μέθοδος για την κατανομή των πόρων, όπως διαφημίζεται από τους διανοούμενους κλπ στην υπηρεσία του, αλλα μπορεί να δειχθεί ότι είναι η χειρότερη, τόσο θεωρητικά όσο και ιστορικά.[5]  Αυτό συμβαίνει όχι μόνο εξαιτίας των ενδημικών καταστροφικών κρίσεων του συστήματος, αλλά, ακόμη πιο σημαντικό, εξαιτίας του γεγονότος ότι οδηγεί τελικά σε εξαιρετικά άνισες κοινωνίες και οικονομίες, που επιπλέον καταστρέφουν και το περιβάλλον – όλα στο όνομα του κέρδους.
Η σοσιαλιστική οικονομία ήταν ένα εγχείρημα που είχε σκοπό να αποκαταστήσει τον κοινωνικό έλεγχο πάνω στην οικονομική διαδικασία, δηλαδή να μπορεί η ίδια η κοινωνία συλλογικά να δίνει απαντήσεις στα θεμελιώδη οικονομικά ερωτήματα που αντιμετωπίζει κάθε κοινωνία, όπως μαθαίνουν οι πρωτοετείς φοιτητές οικονομικών: δηλαδή, τι παράγεται, πώς παράγεται και για ποιον.Μια κοινωνία, στην οποία η οικονομία ελέγχεται συλλογικά και είναι σε θέση να καθορίζει ποιες ανάγκες θα καλυφθούν και πώς με βάση τους υπάρχοντες πόρους αντιπροσωπεύει στην πραγματικότητα μια μορφή κοινωνικής απελευθέρωσης, και η ρώσικη επανάσταση του 1917 αντιπροσώπευε ακριβώς μία τέτοια προσπάθεια για κοινωνική απελευθέρωση. Δυστυχώς, για λόγους που εξέτασα αλλού,[6] η μέθοδος της κατανομής των πόρων στη βάση του κεντρικού σχεδιασμού, ο οποίος στόχευε να υλοποιήσει το πρόταγμα για τον συλλογικό έλεγχο της οικονομίας, μολονότι ήταν πολύ πιο επιτυχημένη από το σύστημα της αγοράς όσον αφορά την ικανοποίηση των βασικών αναγκών όλων των πολιτών (και όχι μόνων εκείνων με παχιά πορτοφόλια, όπως στις καπιταλιστικές κοινωνίες) απέτυχε εξαιτίας της γραφειοκρατικής (μη δημοκρατικής) του φύσης . Όχι με την έννοια της πολιτικής δημοκρατίας, καθώς στην πραγματικότητα καμία αντιπροσωπευτική «δημοκρατία» δεν είναι πραγματική δημοκρατία, Ουτε βέβαια γίνεται τέτοια, απλά επειδή έχει καταφέρει καλύτερα από κάθε άλλο πολιτικό σύστημα να συγκαλύπτει την τεράστια συγκέντρωση δύναμης που εξασφαλίζει το ίδιο το θεσμικό της πλαίσιο! Αλλά, κυρίως, με την έννοια ότι δεν ήταν ούτε μία οικονομική δημοκρατία, όπως υποσχέθηκε να είναι, με την έννοια ότι οι πολίτες ως εργάτες, υπάλληλοι, καθώς και ως καταναλωτές να παίρνουν τις θεμελιώδεις οικονομικές αποφάσεις, οι οποίες, αντίθετα, λαμβάνονταν από τις διάφορες γραφειοκρατίες. Όμως, αυτό δεν σημαίνει ότι είναι αδιανόητο να δημιουργηθεί μία διαφορετική μορφή κοινωνικά ελεγχόμενης οικονομίας, όπου οι συνελεύσεις των πολιτών λαμβάνουν όλες τις θεμελιώδεις οικονομικές αποφάσεις, ως παραγωγοί και καταναλωτές, στο πλαίσιο μίας πραγματικής οικονομικής δημοκρατίας.[7]
Όμως, μια τέτοια εναλλακτική οικονομία θα αντιμετωπίσει άμεσα μια ακόμα χειρότερη επίθεση από τη ΝΔΤ και την Υ/Ε από αυτή που αντιμετωπίζει η Ρωσία σήμερα. Πράγμα που σημαίνει ότι είναι αδύνατο να χτιστεί σήμερα από οποιονδήποτε λαό στη γη παρόμοια οικονομία, εάν δεν έχει εξασφαλίσει πρώτα την εθνική και οικονομική κυριαρχία του. Με άλλα λόγια, η κοινωνική απελευθέρωση σήμερα περνάει αναπόφευκτα μέσα από την εθνική απελευθέρωση. Γι’αυτό ο σημερινός κοινωνικός αγώνας δεν μπορεί να είναι απλά ένας αγώνας για την κοινωνική απελευθέρωση, όπως προτείνουν οι παλαιολιθικοί Μαρξιστές, αναρχικοί κ.α., αλλά πρέπει να είναι και αγώνας για την εθνική απελευθέρωση.
  1. Μια «ενδιάμεση» κοινωνικά-ελεγχόμενη οικονομία της αγοράς
Εάν επομένως η συνέχιση του σημερινού συστήματος των ανοικτών και απελευθερωμένων αγορών είναι καταστροφική για όλους τους ανθρώπους στον κόσμο, εκτός από μία μικρή μειονότητα του παγκόσμιου πληθυσμού που ωφελείται από τη νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση, και εάν η άμεση δημιουργία μίας εναλλακτικής κοινωνικά ελεγχόμενης οικονομίας αποκλείεται αυτή τη στιγμή για τους λόγους που αναφέρθηκαν παραπάνω, τα κρίσιμα ζητήματα που αντιμετωπίζει η Ρωσία σήμερα, και συγκεκριμένα οι απαντήσεις που θα πρέπει να δώσει σε αυτά, είναι σημαντικά για κάθε λαό στον κόσμο σήμερα που παλεύει για την απελευθέρωσή του.
Αλλά, τι μπορεί να κάνει η Ρωσία σήμερα, έτσι ώστε όχι μόνο να μπορέσει να ξεπεράσει την παρούσα κρίση, η οποία κάθε άλλο παρά προσωρινή είναι όσο δεν ελέγχει την οικονομική διαδικασία και επιπλέον δεν δημιουργεί τις συνθήκες για πραγματική εθνική κυριαρχία, που αποτελούν και τις προϋποθέσεις για την κοινωνική απελευθέρωση; Δεδομένου ότι ούτε το σημερινό της σύστημα κατανομής των πόρων μπορεί να διασφαλίσει πραγματική κυριαρχία, ούτε οι υποκειμενικές και αντικειμενικές συνθήκες για ένα εναλλακτικό σύστημα είναι παρούσες αυτή τη στιγμή, η μόνο εφικτή λύση σήμερα είναι, κατά την άποψή μου, ενδιάμεση. Δηλαδή, μια λύση ανάμεσα στα δύο συστήματα που περιεγράφησαν παραπάνω, που θα συνεπάγεται όμως μία κοινωνικά ελεγχόμενη οικονομία της αγοράς, η οποία δεν θα είναι, εντούτοις, μία επανάληψη της αποτυχημένης σοσιαλδημοκρατίας που γνωρίσαμε στις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες στη Δύση. Θα περιγράψω σύντομα παρακάτω τα κύρια βήματα που πρέπει να παρθούν σε αυτήν την κατεύθυνση βραχυπρόθεσμα και μέσο-μακροπρόθεσμα.
Τα άμεσα μέτρα που πρέπει να παρθούν σε αυτή τη διαδικασία μπορούν να περιγραφούν ως εξής :
  • Μονομερής έξοδος από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου (ΠΟΕ), το ΔΝΤ και παρόμοιους, ελεγχόμενους από την Υ/Ε, οργανισμούς, που θα δημιουργήσει τις απαραίτητες συνθήκες για οικονομική και εθνική κυριαρχία.
  • Ακύρωση κάθε νομοθεσίας που στοχεύει στο παραπέρα άνοιγμα και στην απελευθέρωση των αγορών, τις ιδιωτικοποιήσεις και άλλες παρόμοιες «διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις», που έχουν επιβληθεί από την Υπερεθνική Ελίτ μέσω των παραπάνω θεσμών· οι αγορές πρέπει να υπόκεινται σε κοινωνικό έλεγχο για την προστασία της εργασίας, του περιβάλλοντος και της εθνικής οικονομίας από τη λειτουργία της ίδιας της αγοράς ·
  • Ακύρωση του ξεπουλήματος του κοινωνικού πλούτου σε ολιγαρχίες και Πολυεθνικές ·
  • Επιβολή αυστηρών κοινωνικών ελέγχων σε όλες τις αγορές (εμπορευμάτων, εργασίας και κεφαλαίου). Οι βασικές κοινωνικές ανάγκες θα πρέπει να καλύπτονται από έναν νέο κοινωνικοποιημένο (όχι απλά εθνικοποιημένο) τομέα στον οποίο η ιδιωτική επιχειρηματικότητα θα πρέπει να αποκλειστεί. Αυτός ο τομέας θα πρέπει να διευθύνεται από τις συνελεύσεις των εργαζομένων στις κοινωνικές υπηρεσίες, κάτω από την καθοδήγηση της Κυβέρνησης και των τοπικών αρχών, οι οποίες θα χρηματοδοτούν αυτές τις υπηρεσίες μέσα από ένα ιδιαίτερα «προοδευτικό» φορολογικό σύστημα·
  • Επανασχεδιασμός του ευρύτερου δημοσίου τομέα, στον οποίο περιλαμβάνονται οι υπηρεσίες που καλύπτουν μη βασικές κοινωνικές ανάγκες (τράπεζες, ενέργεια, μεταφορές, επικοινωνίες κλπ), οι οποίες μπορούν να         διευθύνονται από τους εργαζομένους του δημοσίου τομέα και τους αντιπροσώπους των συνελεύσεων των πολιτών κάτω από τη γενική καθοδήγηση της κυβέρνησης ·
  • Η εξασφάλιση πλήρους απασχόλησης για όλους τους πολίτες όπως και ενόςελαχίστου εισοδήματος για όλους (που θα καλύπτει τουλάχιστον τις ανάγκες επιβίωσης για τροφή, ένδυση, στέγαση κλπ) μέσω της βαριάς φορολόγησης των προνομιούχων κοινωνικών ομάδων (η οποία θα ακολουθήσει μία πραγματική απογραφή όλου του πλούτου και του εισοδήματος τους, συμπεριλαμβανομένων και των καταθέσεων στο εξωτερικό) ·
  • Τέλος, η απαραίτητη προϋπόθεση για την εφαρμογή όλων των παραπάνω         βραχυπρόθεσμων μέτρων, όπως και των μέτρων που θα παρθούν μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα, είναι η ριζική αλλαγή των γεωπολιτικών σχέσεων, έτσι ώστε το ‘Λιβυκό’ και ‘Ουκρανικό’ παράδειγμα να μην επαναληφθούν στις χώρες που γενικά απομακρύνονται από τη ΝΔΤ. Μια τέτοια αλλαγή προϋποθέτει τη δημιουργία μιας διεθνούς πολιτικής και οικονομικής ένωσης όλων των χωρών που σήμερα αντιστέκονται στη ΝΔΤ, οι οποίες θα είναι πρόθυμες να υιοθετήσουν ένα πρόγραμμα σαν αυτό που περιγράφτηκε εδώ. Μία τέτοια ένωση θα μπορούσε να είναι μία διευρυμένη Ευρασιατική Ένωση κυρίαρχων εθνών που θα υιοθετήσουν τα παραπάνω μέτρα και θα μπορούσε να περιλαμβάνει χώρες πέρα από αυτές στην Ευρασιατική περιοχή που αντιστέκονται στη ΝΔΤ –δηλαδή από τη Βενεζουέλα και τη Βολιβία μέχρι χώρες από την περιφέρεια της ΕΕ που θα αποσπαστούν από αυτή, και τους λαούς στη Μέση Ανατολή (Συρία, Ιράν κ.α.).
Οι μέσο-μακροπρόθεσμοι στόχοι θα πρέπει να στοχεύουν στο ξανά-χτίσιμο των παραγωγικών και καταναλωτικών δομών, έτσι ώστε να μπορεί να ανακύψει μια αυτο-δύναμη οικονομία. Οι στόχοι των μέτρων που θα μπορούσαν να παρθούν κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου είναι οι ακόλουθοι:
  • Αναβίωση του πρωτογενούς τομέα και αναζωογόνηση γενικά της υπαίθρου, μέσω της βαριάς χρηματοδότησης της γεωργίας, με στόχο έναν αυτοδύναμο πρωτογενή τομέα που θα μπορεί να καλύπτει τις περισσότερες βασικές ανάγκες. Η εξέλιξη αυτή θα μπορούσε να συνοδευτεί από μια ριζική αποκέντρωση των κοινωνικών υπηρεσιών, έτσι ώστε οι πολίτες, άσχετα με τον τόπο κατοικίας τους, να μπορούν να απολαύουν ίδιας ποιότητας δωρεάν κοινωνικές υπηρεσίες στην Υγεία, την Εκπαίδευση κ.α..
  • Δημιουργία ενός βιομηχανικού τομέα που θα μπορεί να καλύπτει τις περισσότερες βασικές ανάγκες όλων των πολιτών, και όσες είναι εφικτό από τις υπόλοιπες ανάγκες, μέσω διμερών ή πολυμερών εισαγωγών. Οι εισαγωγές θα χρηματοδοτούνται από τις εξαγωγές πλεονασμάτων αγαθών και υπηρεσιών (περιλαμβανομένου του τουρισμού).
  • Ενθάρρυνση της ανάδυσης μιας νέας παραγωγικής δομής που θα αποτελεί κίνητρο για την ανάπτυξη ενός νέου καταναλωτικού προτύπου. Το νέο καταναλωτικό πρότυπο θα πρέπει να ορίζεται από τις αξίες και τις ανάγκες της αυτοδυναμίας, και θα συνάδει με τις παραδοσιακές αξίες κάθε λαού, αντί για τις αξίες και τις ανάγκες της παγκοσμιοποίησης. Αυτο θα σημαίνει επίσης πως θα πρέπει να λαμβάνονται σοβαρά υπόψη οι πιθανές οικολογικές επιπτώσεις, καθώς και το γεγονός ότι τα περισσότερα μη-βασικά αγαθα και υπηρεσίες που παράγονται σήμερα στοχεύουν στη κάλυψη τεχνητών αναγκών που δημιουργεί το μάρκετινγκ κλπ.
  • Ανάπτυξη ενός μικτού συστήματος ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής, που θα κυμαίνεται από τη μικρό-ιδιοκτησία (π.χ. γεωργία, μικρο-υπηρεσίες) μέχρι τις διάφορες μορφές κοινωνικής ιδιοκτησίας (από κοινωνικοποιημένες βιομηχανίες λ.χ. στην ενέργεια, τις επικοινωνίες, μέχρι τις μεταφορές και τις κο-οπερατίβες κλπ.).. Το μικτό αυτό σύστημα μπορεί να περιλαμβάνει «δημοτικές» επιχειρήσεις στις οποίες οι άνθρωποι που θα τις διαχειρίζονται θα είναι οι εργαζόμενοι σε αυτές, κάτω από την καθοδήγηση των δημοτικών συνελεύσεων, δηλαδή των συνελεύσεων των πολιτών στους κατά τόπους δήμους και κοινότητες οπου θα εδράζονται οι εν λόγω επιχειρήσεις. Και τέλος, ακόμη σημαντικότερο,
  • Καθιέρωση ενός μικτού συστήματος κατανομής των πόρων για αυτό το μεταβατικό στάδιο, το οποίο θα αποτελείται από έναν συνδυασμό ενδεικτικού σχεδιασμού (που διακρίνεται από τον αναγκαστικό κεντρικό σχεδιασμό), οικονομικής δημοκρατίας (όπως την ορίζουμε σαν συστατικό στοιχείο μιας Περιεκτικής Δημοκρατίας) και της αγοράς.
 ΤΑΚΗΣ ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΣ


[1] “Western nations want to chain ‘the Russian bear’” – Putin, RThttp://rt.com/news/215523-crisis-payment-bear-chain/
[2] Βλ. Τ.Φ., “Ο οικονομικός πόλεμος, το κύριο όπλο της Δύσης”, antipagkosmiopoihsh.gr,14/12/2014
[3] Charles Clover, “Clinton vows to thwart new Soviet Union”, Financial Times, 6/12/2012
[4] Editorial, “Putin at bay”, The Times, 17/12/2014
[5] Βλ., Περιεκτική Δημοκρατία-10 Χρόνια Μετά (Ελεύθερος Τύπος 2008 και on line εδώ), κεφ.1
[6] Βλ. “The Catastrophe of Marketization”, DEMOCRACY & NATURE, Vol. 5, No. 2 (July 1999) pp. 275-310
[7] Περιεκτική Δημοκρατία – 10 Χρόνια Μετά, κεφ. 5-6



Δεκεμβρίου 25, 2014

Η ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΗΣ ΑΡΓΙΑΣ ΜΑΣ ΑΦΟΡΑ ΟΛΟΥΣ

Σχόλιο: Η ανακοίνωση της Πρωτοβουλίας Εργαζομένων στις Συγκοινωνίες ΤΑΞΙΚΟ ΜΕΤΩΠΟ  δημοσιεύεται παρά το ότι δεν διαφοροποιείται από την "μαρξιστική"  προσέγγιση του εγχώριου αναρχοσυνδικαλισμού. Οι ελευθεριακοί συνδικαλιστές σήμερα στην πλειοψηφία τους αρνούνται να δουν την νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση ως συστημική εξέλιξη του σύγχρονου καπιταλισμού αλλά εμμένουν στην μονοδιάστατη αντιπαράθεση με το κράτος από το οποίο όμως απαιτούν να... μην περιστείλει τις εργατικές κατακτήσεις. Η κατάργηση τόσων κατακτήσεων του ταξικού κινήματος και η εξαθλίωση των εργατικών και λαϊκών στρωμάτων συντελείται όμως σήμερα με την απελευθέρωση/ισχυροποίηση των διεθνών αγορών απέναντι σε αδύναμα οικονομικά και πολιτικά έθνη - κράτη και υλοποιείται κατά την ενσωμάτωση/συμμετοχή των κρατών αυτών σε υπερεθνικούς οργανισμούς (Παγκόσμια τράπεζα, ΔΝΤ, Ευρωπαϊκή Ένωση κ.α.) όπου οι εθνικές οικονομίες και οι μοίρες των λαών ορίζονται πλέον από υπερεθνικά κέντρα λήψης αποφάσεων. Έτσι η κυριακάτικη αργία που ευνοεί τα (πολυεθνικά κατά βάση) πολυκαταστήματα έναντι των εγχώριων μικρότερων εμπορικών μονάδων (χρεωμένων στις τράπεζες κατά βάση), οδεύει στην κατάργηση της ως συνέπεια της ενσωμάτωσης και του ελληνικού κράτους στην νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση των απελευθερωμένων αγορών αγαθών, εμπορευμάτων, εργασίας και κεφαλαίου ( 4 ελευθερίες του Μάαστριχτ) και δεν αποτελεί την υπόθεση μιας εγχώριας αστικής ελίτ και του κράτους - υπηρέτη της. Έτσι για στην  εγχώρια αναρχοσυνδικαλιστική αφήγηση οι "βιομήχανοι" θα παραμένουν οι καταλύτες στο εσωτερικό πεδίο (σε μια αποσαρθρωμένη εγχώρια βιομηχανία σχεδόν 2,5 δεκαετίες τώρα) ενώ στο διεθνές θα πρόκειται αόριστα πλέον για τους "εκμεταλλευτές" και όχι για την υπερεθνική ελίτ που μέσω των διεθνών οργανισμών που ηγείται, προωθεί τα οικονομικά της συμφέροντα και επεκτείνεται γεωπολιτικά/γεωστρατηγικά από τις πολιτικές που υλοποιούν στον πλανήτη οι χώρες της G7.

Παρά όμως τις σημαντικές διαφωνίες με τις θέσεις του ΤΜ, δεν αναδημοσιεύεται μόνο για το αγαθό των προθέσεων των συντακτών της, αλλά κυρίως γιατί προτάσσει τη σπουδαία εργατική και κοινωνική κατάκτηση της κυριακάτικης αργίας που χρόνο με το χρόνο καταργείται στην πράξη, κόντρα στην  υποβάθμιση του ζητήματος από την ίδια την  καθεστωτική "αριστερά" κρυμμένη πίσω από τον περισπασμό της προεδρολογίας και εκλογολογίας των τελευταίων εβδομάδων. 
ΜΚ







Ακόμα μία Κυριακή μέσα στο χρόνο προγραμματίζουν κράτος και αφεντικά να είναι ανοιχτά τα μαγαζιά. Πιο συγκεκριμένα την τελευταία Κυριακή του χρόνου στις 28 Δεκεμβρίου επιδιώκουν να ανοίξουν τα εμπορικά καταστήματα. Η συγκεκριμένη διάταξη περιλαμβάνεται στο πολυνομοσχέδιο που ψηφίστηκε πρόσφατα στη Βουλή και αφορά το «ΕΣΠΑ 2014-2020» αλλά και άλλες ρυθμίσεις.

Η κατάργηση της Κυριακάτικης Αργίας δεν είναι ένα ζήτημα που αφορά μονάχα το χώρο του εμπορίου. Αποδεικνύεται πως η απόφαση που πήρε το ΣτΕ, κάτω από την πίεση που ασκεί ο διαρκής αγώνας ενάντια στην κατάργηση της Κυριακής ως αργίας δεν μπορεί να γίνει ανεκτή από την πολιτική και οικονομική εξουσία. Δεν είναι τυχαίο πως την Παρασκευή 7/11 παρενέβησαν υπέρ του ανοίγματος των καταστημάτων για όλες τις Κυριακές του έτους ο ΣΕΒ (βιομήχανοι), ο ΣΕΤΕ (μεγαλοξενοδόχοι) και ο ΣΕΛΠΕ (πολυκαταστήματα). Ο ΣΕΒ και οι παρατρεχάμενοι του δεν μπορούν να αποδεχτούν ότι η γραμμή τους δεν θα εφαρμοστεί. Αλήθεια, υπάρχει ακόμη κανένας που έχει αμφιβολία, ότι πίσω από αυτή την παρέμβαση των βιομηχάνων, κρύβεται η προσπάθεια τους για την κατάργηση της Κυριακάτικης αργίας συνολικά για όλη την κοινωνία;

Εάν το συνδυάσουμε με τα θέματα που «συζητήθηκαν» στο Παρίσι μεταξύ κυβέρνησης και τρόικα αντιλαμβανόμαστε πως η κατάργηση της Κυριακάτικης αργίας αποτελεί σημαντικό στόχο των εκμεταλλευτών μας στη διαρκή προσπάθειά τους να μας ξεζουμίσουν. Ενδεικτικά,  της συνολικής επίθεσης που δεχόμαστε αλλά και της αγαστής συνεργασίας κράτους και κεφαλαίου, είναι ορισμένα από τα θέματα της συζήτησης. Π.χ η Κατάργηση της προσαύξησης 75% στο ημερομίσθιο της Κυριακής, η Επανεξέταση του 40% της αποζημίωσης που παίρνουν όσοι αποχωρούν με σύνταξη και 35ετία χωρίς όριο ηλικίας από ΔΕΚΟ, τράπεζες, καθώς και όσοι φεύγουν με τις προϋποθέσεις πλήρους συνταξιοδότησης, από ΙΚΑ, με 5.500, 10.000 και 10.500 ημέρες ασφάλισης, η αύξηση του ανώτατου ποσοστού των εργαζομένων υπό δοκιμή (ασκούμενοι) στις ξενοδοχειακές επιχειρήσεις κ.α.

Επομένως γίνεται ξεκάθαρο πως ο αγώνας που δίνεται από τους εμποροϋπάλληλους αλλά και άλλους εργαζόμενους ενάντια στην κατάργηση της Κυριακάτικης αργίας είναι και δικός μας αγώνας. Οι εργαζόμενοι στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς γνωρίζουμε πολύ καλά πόσο δύσκολο είναι να δουλεύουμε βάρδιες, αργίες και Κυριακές. Απαιτούμε να πληρωνόμαστε την αυτονόητη προσαύξηση και πρέπει να στηρίξουμε όπως μπορούμε τον αγώνα που διεξάγεται. Δεν πρέπει να έχουμε καμία αυταπάτη. Εάν η Κυριακάτικη αργία καταργηθεί όσοι από εμάς δουλεύουμε σε κυλιόμενο ωράριο θα δούμε το εισόδημά μας να μειώνεται ακόμα περισσότερο. Θέλουν μια κοινωνία τσακισμένη και υποταγμένη. Θέλουν εργαζόμενους με σκυμμένο κεφάλι χωρίς δικαιώματα.

Σε μια συνθήκη όπου όλα είναι ρευστά και η επίθεση εναντίων μας οξύνεται διαρκώς, δεν επιτρέπεται καμία ολιγωρία. Η αποπροσανατολιστική αναμονή των εκλογών, μόνο εις βάρος μας θα λειτουργήσει. Δεν έχουμε να δώσουμε πίστωση χρόνου σε κανένα. Εδώ και τώρα να υπερασπιστούμε τα συμφέροντά μας.

Στην σχεδιαζόμενη πρόθεση των αφεντικών να ανοίξουν ακόμα μία Κυριακή τα μαγαζιά μπορούμε και πρέπει να βρεθούμε απέναντί τους. Αν δεν τους σταματήσουμε σήμερα στο εμπόριο, τότε αύριο θα δούνε και άλλοι κλάδοι να αμφισβητείται η Κυριακάτικη αργία. Να σταθούμε δίπλα στους εμποροϋπάλληλους που απεργούν, μαζί με τον κόσμο του αγώνα. Ένάντια σέ ολες τίς αντεργατικές απαιτήσεις των αφεντικών, πού μεταξύ αλλων προωθούν νεκρανάσταση του αντεργατικου Ν.330 του Λάσκαρη. Να πραγματοποιήσουμε στάση εργασίας την Κυριακή 28/12 τις ώρες που σκοπεύουν να ανοίξουν τα μαγαζιά τους.




Ταξικό Μέτωπο

Πρωτοβουλία εργαζομένων στις Συγκοινωνίες


Δεκεμβρίου 24, 2014

Ο κοινοτισμός στην Ελλάδα

Το παρακάτω απόσπασμα γραμμένο περίπου 9 δεκαετίες πριν, παραμένει εξαιρετικά επίκαιρο στις μέρες μας. Ίσως αυτός να είναι ένας από τους λόγους του που ο συντάκτης του παραμένει άγνωστος και αποκλεισμένος από το "εναλλακτικό" κατεστημένο, παρά την οξυδέρκεια με την οποία αναδεικνύει τον αμεσοδημοκρατικό κοινοτισμό ως τις μόνο δρόμο για μία οικονομικά αυτοδύναμη και εθνικά ανεξάρτητη Ελλάδα, πέρα από τα αδιέξοδα της καπιταλιστικής και μαρξιστικής οργάνωσης της οικονομίας. Πρόκειται για απόσπασμα επιστολής/απάντησης του κοινοτιστή Κωνσταντίνου Καραβίδα στην κριτική που του άσκησε ο σοσιαλιστής Ν. Γιαννιός, το οποίο αντλήθηκε και αναδημοσιεύεται από το Αντίφωνο και προέρχεται από το σπουδαίο δοκίμιο του Κ.Δ. Καραβίδα "ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΟΤΙΣΜΟΣ" που εκδόθηκε στην Αθήνα το 1930 από τις εκδόσεις "Ο Κοραής". Ολόκληρο το βιβλίο μπορείτε να το κατεβάσετε εδώ από την Ανέμη.
Libertad

(...)Θεωρώ το ύφος μας και γενικά την ατομική μας επεξεργασία, ειδικώς εδώ για την Ελλάδα, ως τό σπουδαιότερο , πάρα πάνω από το οικονομικό, στοιχείο του πολιτισμού μας και το λέω αυτό ειδικώς για την Ελλάδα, γιατί αυτή, χώρα φτωχή και ξηρή, δεν έχει κανέναν άλλο χαρακτηριστικό της άψυχο φυσικό πλούτο, δεν έχει καμμίαν αθρόαν πρώτην ύλη τέτοια που θα μπορούσε να προκαλέσει αυτοτελή ανεξάρτητη από τον καθένα μας ανάπτυξι της τεχνικής μας και ν' αντανακλάση απάνω μας ένα στρωτό είδος ζωής και ένα ρυθμό σταθερό, δεν έχει, επαναλαμβάνω, κανένα άλλο ως βασικό πρώτο υλικό παρά το ανθρώπινο υλικό της μόνο, παρά πέτρες κι' ανθρώπους μόνο. Και αφού αυτό έχει, αυτό πρέπει και περισσότερο να επεξεργασθεί και μ' αυτό να ζήση. Ξέρετε πολύ καλά, ότι ο Δευκαλίων, όταν αποφάσισε να θεμελίωση εδώ έναν πολιτισμό και χρειάστηκε ανθρώπους, τους έφτιαξε όχι από άλλο άσχετο με την χώρα υλικό αλλά από απλές πέτρες, όπως στην Αγγλία θα τούς έφτιαχνε από άνθρακα και στη νότια Ρωσσία από μαυρόχωμα κι' από σιτάρι. Και γι' αυτό λέω πως όπως στις χώρες εκείνες δεν απόχτησαν ανθρώπους αληθινούς και κοινωνικό ρυθμό παρά αφού στηρίχτηκαν στην κυρία οικονομική βάσι τους, στην ειδική πρώτη ύλη τους, στον άνθρακα τους και στο σιτάρι τους, έτσι κι' εδώ, από μία αντίστροφη οικονομία της φύσεως, δεν θ' αποχτήσωμε οικονομικό ρυθμό ουδέ καν τα στοιχειώδη μέσα της ζωής παρά μόνο αν στηριχτούμε στην κατάλληλη κοινωνική οργάνωσι, την οποίαν μας επιβάλλει η αναγκαία επιδίωξις όσον το δυνατόν ασφαλεστέρας αποδόσεως από την κυριώτερη πρώτη ύλη της χώρας μας, από τον άνθρωπο. Είνε άλλως τε φανερό μέσα στην ιστορία ότι η Ελλάδα δεν μπόρεσε ποτέ ούτε και θα μπορέσει ν' απόκτηση πολιτισμό παρά μόνο με την υπέρτατη συνθετική καλλιέργεια των Ελλήνων, και ενός εκάστου και των μειζόνων ομάδων αυτών, καθώς και με την δυναμική τους συσπείρωσι γύρω στα πρώτα και βασικά κοινωνικά και οικονομικά κύτταρα, μέσα στα οποία εφτιάχτηκαν οι πρώτοι πολίται της Ελλάδος, εκινη-τοποιήθηκε δε κατά το δυνατόν και ο περιωρισμένος και μάλλον ποιοτικός υλικός πλούτος της χώρας μας.
Αυτά όμως τα κύτταρα, όπως άλλως και οι πρώτες ύλες και ο άνθρωπος και όλα τα δώρα της φύσεως και τα κοινωνικά δεδομένα, δεν είνε παντού τα ίδια, κύριε Γιαννιέ. Και ιδού γιατί.
Η γεωγραφική θέσις εκάστης χώρας καθώς και οι κατηγορίες των πρώτων υλών, με τας οποίας είνε φυσικά προικισμένη, προκαθορίζουν, μέσα πάντοτε στο πλαίσιο της κρατούσης εκάστοτε τεχνικής, με κάθε δυνατήν ασφάλειαν όλας τας δυνατότητας οικονομικής επιδόσεως της χώρας αυτής προς την Α ή Β κατεύθυνσιν (κτηνοτροφικήν, γεωργικήν, εμπορικήν, βιομηχανικήν...)` μέσα πάλιν σε κάθε μία δυνατότητα επιδόσεως οι ίδιοι όροι προκαθορίζουν το είδος της παραγωγικής εργασίας με την οποίαν οι άνθρωποι είνε υποχρεωμένοι να ζήσουν' η κάθε μία τέλος παραγωγική εργασία δεν μπορεί νάχη την πρέπουσαν οικονομικήν απόδοσιν γινομένη με οποιονδήποτε σχηματισμό, με οποιαδήποτε μορφή οικονομικής οργανώσεως της παραγωγής. Το αντίθετο συμβαίνει, ότι η κάθε εργασία  ανάλογα με την εκάστοτε τεχνική επιβάλλει μία ειδική μορφή οργανώσεως, ένα δικό της παραγωγικό κύτταρο` αυτά άλλως δεν μπορεί να είνε αποκαλύψεις για τον ιστορικό υλισμό, ο οποίος επί πλέον ισχυρίζεται ότι μερικοί από τους ανωτέρω ορούς προκαθορίζουν ακόμα και την κοινωνική και την πολιτική οργάνωσι και όλον με μια λέξι τον πολιτισμόν κάθε εποχής.  Οπωσδήποτε μεγάλη σοφία δεν χρειάζεται για να καταλάβη κανείς ότι για να καλλιεργήσουμε δέκα στρέμματα αμπέλι οργανώναμε όχι μία ανώνυμη εταιρία άλλα μία ισχυρή γεωργική οικογένεια` και ότι για ν' ασφαλτοστρώσωμε ένα δρόμο στέλνομε πάλι ένα τεχνικό συνεργείο με τα απαραίτητα εργαλεία και όχι μία γεωργική οικογένεια με δρεπάνια και με ζευγάρι βώδια.
Στην κεφαλαιοκρατική δυτική Ευρώπη και εν γένει στας χώρας της καπιταλιστικής ατλαντικής οικονομίας εντεύθεν και εκείθεν του Ωκεανού τα βασικά, τα ενεργητικά αυτά κύτταρα είνε μερικές κεφαλαιοκρατικές μορφές οργανώσεως απόλυτα καθωρισμένες' είνε τα μηχανικά συγκροτήματα και τα εργοστάσια, είνε το απρόσωπα οργανωμένο κεφάλαιο, είνε η ανώνυμη εταιρία, είνε τα καπιταλιστικά Τραστ, είνε τέλος το γύρω στα εργοστάσια συγκεντρωμένο και οργανωμένο βιομηχανικό προλεταριάτο, που είναι ένα ανθρώπινο υλικό, ένα όργανο, ένα ενεργητικό και παθητικό συγχρόνως όργανο της κεφαλαιοκρατίας, απαραίτητο στην κίνησι όλης αυτής της μηχανής. Όλα δε αυτά εξ άλλου για να σταθούν προϋποθέτουν ότι υπάρχουν, ως εν αποσυνδέσει, κύτταρα παθητικά, ολόκληροι λαοί γεωργικοί, που παράγουν πρώτες ύλες με υπερεργασίαν και που υπόκεινται εις την ενεργητικήν ατλαντικήν οικονομίαν ως αγοραί καταναλώσεως των εξαγωγών αυτής, εις βάρος πάντοτε της βιοτεχνίας των και της πιθανής βιομηχανίας των εις βάρος του διαφορισμένου γεωγραφικώς πολιτισμού αυτών και, για να κυριολεκτήσω, πρέπει να πω ότι οι λαοί αυτοί υποκύπτουν στην ατλαντική κεφαλαιοκρατική οικονομία κατόπιν πραγματικού διαμελισμού του πολιτισμού των.  Άλλως τε σεις είστε δάσκαλός μου σ' αυτά, όταν λέτε, με όλο το δίκιο σας, ότι το κοινωνικό processus του βιομηχανικού καπιταλισμού είνε το ότι προχωρεί δια της αποσυνθέσεως των παλαιοτέρων, γεωργικών μικροαστικών και εμπορικών μορφών οργανώσεως και δια της προλεταριοποιήσεως και υποδουλώσεως των μαζών του λάου εις την μηχανήν και εις το κεφάλαιον. Ο ίδιος άλλως τε ο Μαρξ είνε που παρετήρησε ότι η ανάπτυξις της βρεττανικής υφαντουργικής βιομηχανίας, διψασμένης για ευθηνές τόσο εργατικές χείρες όσο και πρώτες ύλες, συνεβάδισε με τον διαμελισμό των οργανικών χωρικών κοινωνιών και, της παλαιάς γεωργικής οικονομίας των αγγλικών νήσων μέχρι τοιούτου σημείου ώστε μετέβαλε, όλη τη χώρα σε βοσκότοπο.  Οπωσδήποτε είνε φανερό ότι ο πολιτισμός των υποκειμένων χωρών δεν είνε δυνατόν να πάρη μορφήν θετική, άν οι χώρες αυτές δεν βγουν από την υποτέλειαν της ατλαντική κεφαλαιοκρατικής οικονομίας και από την θέσιν των ως κυττάρων παθητικών` είνε πράγμα που θα το επιτύχουν είτε αναπτύσσοντας τις πιθανές βιομηχανικές των δυνατότητες και μία ολόκληρη φυσικά τεχνική επανάστασι είτε και ανασυνθέτοντας την γεωργική τους οικονομία σε μορφές όμως οργανώσεως τέτοιες, οι οποίες ως προς μεν τα αδύνατα οικονομικώς προϊόντα ν' αποβλέπουν με, -υπερεργασία εις τας προς αυτεπάρκειαν απλώς καλλιέργειας (όχι για το εμπόριο άλλα για να ζουν άμεσα οι ίδιοι) ως προς δε τα τυχόν ισχυρά οικονομικώς ώστε να μπορούν να βγουν στη διεθνή αγορά με ελπίδα θετικού κέρδους (καπνά λ. χ. ή σταφίδα εν Ελλάδι...) να τα καλλιεργούν με απόλυτη συγκεντρωτική ειδίκευσι` και αυτά μεν είχα να πω για τας μορφάς οργανώσεως της κυριάρχου ατλαντικής κεφαλαιοκρατικής οικονομίας ως και για την θέσιν των υποκειμένων σ' αυτήν χωρών.
Προκριμένου εξ άλλου για μεσάζουσες χώρες, σαν την δική μας, δεν πιστεύω να επιμένετε ότι πρέπει επ' άπειρον να πιθηκίζωμε, ν' αφήνουμε την πρωτοβουλία μας και τον νου μας να σκουριάζη και παθητικά να υποκύπτωμε στον δυτικό καπιταλισμό εν θέσει υπτία. Φυσικά ως προς την ψυχολογιών και ως προς τον σκοπό δεν μπορεί να διαφωνούμε. Άλλα η διαφορά μας είνε η εξής : ότι εσείς μεν ακολουθώντας στενώς οικονομικά επιχειρήματα και μονομερή ανθρωπιστικά ιδεώδη, με συμβουλεύετε ν' αντιδράσωμε μιμούμενοι εξ ίσου παθητικά της μορφές οργανώσεως με τις όποιες το δυτικό προλεταριάτο αμύνεται εκεί, προσπαθώντας να αποσυνθέση την δύναμι της κεφαλαιοκρατίας και να την αφοπλίσει χωρίς ίσως να εννοή επαρκώς, ότι τρώγει από τας σάρκας του και ότι η εξασθένησις της δυτικής κεφαλαιοκρατίας της οποίας αποτελεί μέρος θά' νε και δική του εξασθένησις και ότι η πιθανή πτώσις της θά'νε νίκη όχι δική του αλλά νίκη των λαών των άλλων  ηπείρων' των υποκειμένων στην βιομηχανική εν συνόλω (κεφάλαιο μαζή και προλεταριάτο) Ευρώπη' και τα λέτε αυτά διότι εσείς βλέπετε μέρη, τμήματα και όχι σύνολα, βλέπετε το άτομο μονομερώς και σε μία δεδομένη στιγμή του μόνο, δεν το βλέπετε ως σύνολο και στη διάρκεια, σκέπτεστε λογικά και δικονομικά και όχι οντολογικά και βιολογικά` εγώ βλέπω συνθέτες οντότητες, όχι τάξεις' εσείς βλέπετε αντίπαλες δυνάμεις και κοινωνικές τάξεις και λέτε ότι ο εκάστοτε πολιτισμός είνε προϊόν της πάλης των τάξεων ενώ εγώ βλέπω και αυτές τις τάξεις αλλά και τους άλλους τοπικούς βιολογικούς και ιστορικούς κύκλους, μέσα στους οποίους αυτές οι τάξεις ανήκουν οργανικά και με τους οποίους θα συνεκλείψουν' και γι' αυτό λέω ότι ο εκάστοτε μέσα σε καθένα απ' αυτούς τους κύκλους πολιτισμός στη θετική του μορφή είνε προϊόν όχι πάλης αλλά συνθέσεως που επιβάλλεται κάθε φορά με πρωτοβουλία και μ' ευθύνη εκείνου που στέκεται εκάστοτε νικητής στον αγώνα των τάξεων(...).
Κ.Δ. Καραβίδας: “ Σοσιαλισμός και Κοινοτισμός” (1930) σελ 6-10

Επιπλέον εδώ μπορείτε να διαβάσετε ένα σύντομο βιογραφικό για το έργο του Κ. Καραβίδα καθώς και μία συνοπτική εισαγωγή στην ελληνική κοινοτιστική σκέψη του περασμένου αιώνα,

Δεκεμβρίου 23, 2014

ΟΙ ΜΥΘΟΙ ΓΙΑ ΤΗ ΝΕΑ ΔΙΕΘΝΗ ΤΑΞΗ


του Τάκη Φωτόπουλου*

Περίληψη
Το άρθρο αυτό  εξετάζει μερικούς από τους μύθους σχετικά με τη σημερινή Νέα Διεθνή Τάξη της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης, και δείχνει ότι, στην πραγματικότητα, οι διαφορές μεταξύ των μελών της Υπερεθνικής Ελίτ που τη διαχειρίζεται είναι μόνο διαφορές τακτικής, και ποτέ στρατηγικής. Δηλαδή, ποτέ δεν αφορούν στους ίδιους τους στρατηγικούς στόχους αυτών των ελίτ για την αναπαραγωγή και επέκταση της υπερεθνικής πολιτικής και οικονομικής τους δύναμης. Κατά συνέπεια, οι διαφορές αυτές είναι μη-ανταγωνιστικές και έχουν ελάχιστη σχέση  με τις ενδο-ιμπεριαλιστικές αντιθέσεις, οι οποίες αναφέρονται στη μαρξιστική βιβλιογραφία. Αυτή είναι μια βασική ποιοτική διαφορά μεταξύ της προ-παγκοσμιοποιητικής Διεθνούς Τάξης που βασιζόταν στα έθνη –κράτη, και της Νέας Διεθνούς Ταξης που αναδύθηκε την εποχή της παγκοσμιοποίησης.


Ένα βασικό χαρακτηριστικό της σημερινής εποχής της παγκοσμιοποίησης είναι η πολλαπλή σύγχυση σχετικά με την έννοια και τη σημασία της Νέας Διεθνούς Τάξης (ΝΔΤ) και του ρόλου που διαδραματίζουν σήμερα τα κύρια κέντρα εξουσίας μέσα σε αυτή. Στο πλαίσιο αυτής της σύγχυσης, η οποία συχνά είναι σκόπιμη, ακούγονται διάφοροι μύθοι σχετικά με τη Διεθνή αυτή Τάξη που θα εξετάσουμε εν συντομία. Έτσι, για κάποιους, αυτό που αντιμετωπίζουμε σήμερα είναι μια σύγκρουση μεταξύ των «καλών» (δηλαδή της Ευρώπης)  και των «κακών» (ΗΠΑ). Για άλλους, η σύγκρουση είναι ανάμεσα σε δύο κύρια κέντρα εξουσίας, ένα πολιτικό-στρατιωτικό (ΗΠΑ) και ένα οικονομικό (Γερμανία). Τέλος, ακόμη για άλλους, αυτό που αντιμετωπίζουμε είναι οι «πολλαπλοί καπιταλισμοί», οι οποίοι γίνονται ολοένα και πιο ασυντόνιστοι στην εποχή της παγκοσμιοποίησης, εγείροντας το ζήτημα, έστω και εμμέσως, της ανάγκης για μια παγκόσμια διακυβέρνηση. Είναι σαφές, επομένως, ότι οι παραπάνω συγχύσεις και οι αντίστοιχοι μύθοι διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην κατανόηση της σημερινής πραγματικότητας και στην απόφαση μας για το τι πρέπει να κάνουμε απέναντι της.
Η συνήθης αντίληψη της ΝΔΤ βασίζεται σε κάποια θεωρία  συνωμοσίας, σύμφωνα με την οποία τον κόσμο κυβερνούν μυστικές παντοδύναμες ελίτ, που συνήθως ορίζονται με ιδεολογικούς, αν όχι θρησκευτικούς ή εθνοτικούς όρους, ή, μερικές φορές με γεωπολιτικούς ή ψευδο-οικονομικούς όρους. Ωστόσο, σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, η ΝΔΤ δεν ερμηνεύεται με βάση τις συστημικές δομές και τις ιστορικές αλλαγές σε αυτές, αλλά, πάντα, με βάση τις συνωμοσίες κάποιων ελίτ. Εντούτοις, μπορεί κανείς να δει την παρούσα ΝΔΤ ως το αποτέλεσμα ιστορικών οικονομικών αλλαγών τα τελευταία περίπου διακόσια χρόνια, από τότε που επικράτησε το σύστημα της καπιταλιστικής οικονομίας της αγοράς, και των αντίστοιχων μακροπρόθεσμων αλλαγών στις πολιτικές δομές. Αυτές οι αλλαγές ήταν πάντα το αποτέλεσμα της έκβασης της Κοινωνικής Πάλης, σε σχέση φυσικά με την εγγενή δυναμική του συστήματος που καθόριζε το ιστορικό «περιβάλλον» μέσα στο οποίο υλοποιόταν η Πάλη αυτή, και όχι κάποιων οικονομικών «νόμων» ή «νόμων της Φύσης» και αντίστοιχων ιστορικών τάσεων.
Σε γενικές γραμμές, μπορούμε να διακρίνουμε μεταξύ της φιλελεύθερης φάσης του συστήματος αυτού κατά τον 19ο αιώνα, την οποία ακολούθησε η κρατικιστική φάση κατά τον προηγούμενο αιώνα που γενικεύτηκε μεταπολεμικά στη Δύση με τη μορφή της σοσιαλδημοκρατίας, μετά από μια ιστορικά αποτυχημένη απόπειρα για παγκοσμιοποίηση στις αρχές του 20ού αιώνα. Τη κρατικιστική φάση διαδέχθηκε η σημερινή νεοφιλελεύθερη φάση που είναι άρρηκτα δεμένη  με την μαζική επέκταση των Υπερεθνικών Επιχειρήσεων (Πολυεθνικών), κυρίως από τη δεκαετία του 1980, και τη συνακόλουθη νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση.[1]  Επιπλέον, δεδομένου ότι αυτή η κρίσιμη κοινωνικο-οικονομική εξέλιξη συνέπεσε (όχι βέβαια τυχαία, αλλά δεν είναι του παρόντος να εξετάσουμε τις σχετικές διασυνδέσεις) με μια άλλη κοσμοϊστορική εξέλιξη, την κατάρρευση της ΕΣΣΔ και του σοβιετικού μπλοκ, η ΝΔΤ θα μπορούσε κάλλιστα να οριστεί με βάση αυτές τις δύο συστημικές εξελίξεις, αντί στη βάση συνωμοσιών. Αυτό δεν σημαίνει, βέβαια, ότι δεν υπάρχουν συνωμοσίες στην Ιστορία. Οι ελίτ πάντα συνωμοτούν, αλλά είναι μόνο όταν έχουν δημιουργηθεί οι κατάλληλες υποκειμενικές και αντικειμενικές συνθήκες που τέτοιες συνωμοσίες μπορούν να οδηγήσουν σε ιστορικές αλλαγές, ως το αποτέλεσμα, πάντα, της Κοινωνικής Πάλης.
Σε αυτό το πλαίσιο, η Υπερεθνική Ελίτ (Υ/Ε) αποτελείται από ένα δίκτυο διασυνδεδεμένων διεθνικών ελίτ, οι οποίες εδράζονται (όχι απλά με τη νομική έννοια)  κυρίως στις χώρες της G7, και ελέγχουν κάθε σημαντικό τομέα της κοινωνικής ζωής (οικονομικό, πολιτικό, ιδεολογικό και ούτω καθεξής). Με αυτή την έννοια, η Υ/Ε παίζει το ρόλο που έπαιζε η εθνική κυβέρνηση στην εποχή προ της παγκοσμιοποίησης, όταν οι εθνικές κυβερνήσεις είχαν τη λειτουργια να εκφράζουν το γενικό συμφέρον των εθνικών ελίτ, στο οποίο έπρεπε να υποτάσσονται  τα ειδικά τους συμφέροντα . Παρόμοια, στη σημερινή εποχή της παγκοσμιοποίησης, η Υ/Ε έχει τη λειτουργία να εκφράζει το γενικό συμφέρον των ελίτ που ελέγχουν όλες τις μορφές της υπερεθνικής εξουσίας (οικονομική, πολιτική, ιδεολογική, πολιτιστική κ.λπ.) στο οποίο  τα ειδικά υπερεθνικά συμφέροντα πρέπει να υποτάσσονται, για χάρη του γενικού συμφέροντος της Νέας Διεθνούς Τάξης, δηλαδή της διατήρησης και αναπαραγωγής της. Θα μπορούσε επομένως να υποστηριχθεί ότι η Υ/Ε είναι απλώς ένα νέο είδος άτυπης (προς το παρόν) παγκόσμιας διακυβέρνησης.
Η Υ/Ε είναι μια ελίτ, διότι τα μέλη της κατέχουν δεσπόζουσα θέση μέσα στην κοινωνία, ως αποτέλεσμα της οικονομικής, πολιτικής ή ευρύτερα κοινωνικής δύναμής τους. Και είναι μια υπερεθνική ελίτ, επειδή  τα μέλη της, σε αντίθεση με τις εθνικές ελίτ, βλέπουν ότι ο καλύτερος τρόπος για να εξασφαλίσουν την προνομιακή θέση τους στην κοινωνία δεν είναι μέσω της διασφάλισης της  αναπαραγωγής οποιουδήποτε πραγματικού ή φανταστικού έθνους-κράτους, αλλά, αντίθετα, μέσω της εξασφάλισης της αναπαραγωγής της διεθνοποιημένης καπιταλιστικής οικονομίας της αγοράς σε όλο τον κόσμο. Με άλλα λόγια, αυτή η ελίτ αντλεί τη δύναμή της (οικονομική, πολιτική ή γενικά κοινωνική εξουσία) λειτουργώντας σε υπερεθνικό επίπεδο -- γεγονός που συνεπάγεται ότι δεν εκφράζει, μόνο ή κυρίως, τα συμφέροντα ενός συγκεκριμένου κράτους, ακόμη και αν αυτό έχει μια ηγεμονική θέση σε σχέση με τον έλεγχο μιας κρίσιμης υπερεθνικής εξουσίας, όπως είναι η περίπτωση των ΗΠΑ και της στρατιωτικής τους δύναμης. Αυτό οφείλεται κυρίως στο ότι η υπερεθνική οικονομική δύναμη, η οποία σε ένα καπιταλιστικό σύστημα της οικονομίας της αγοράς είναι η κυρίαρχη μορφή υπερεθνικής εξουσίας, μοιράζεται ανάμεσα σε χιλιάδες υπερεθνικές επιχειρήσεις (πολυεθνικές), εκ των οποίων οι 1.318, που αποτελούν τον πυρήνα τους, μέσα από τις διασυνδέσεις τους κατέχουν το 80% των παγκόσμιων εσόδων και 147 από αυτές  (δηλαδή, λιγότερο από το 1 τοις εκατό του δικτύου) συγκροτούν μια «σούπερ οντότητα», η οποία ελέγχει το 40 τοις εκατό του πλούτου του
συνόλου του δικτύου! [2] Γι' αυτό και δεν έχει νόημα --αν δεν πρόκειται για εσκεμμένο αποπροσανατολισμό-- να γίνεται συζήτηση για την οικονομική εξουσία με κριτήριο το ποσοστό του παγκόσμιου προϊόντος που παράγει μια χώρα (π.χ. η ΚΙνα ή η...Ινδία!), όταν είναι οι πολυεθνικές εταιρείες που λαμβάνουν τις σημαντικές οικονομικές αποφάσεις, (τι, πώς και για ποιον θα παραχθεί) και όχι η χώρα υποδοχής, η οποία συνήθως μπορεί να ασκήσει πολύ λίγο, αν όχι καθόλου, έλεγχο επάνω σε αυτές, π.χ. να επιβάλλει πραγματικούς κοινωνικούς ελέγχους για την προστασία της εργασίας ή του περιβάλλοντος, όπως συμβαίνει λ.χ. με τις χώρες BRICS!
Το πολιτικό συμπλήρωμα της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης είναι η αντιπροσωπευτική «δημοκρατία», η οποία στη ΝΔΤ παίρνει τη μορφή της «κοινοβουλευτικής χούντας», δηλαδή ενός υβριδίου μεταξύ της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας και της χούντας, (με την έννοια μιας ομάδας--όχι αναγκαστικά στρατιωτικής--που κυβερνά μια χώρα). Η κοινοβουλευτική χούντα αποτελείται από ένα πολιτικό κόμμα ή κόμματα που εκλέγονται στη κυβέρνηση μέσω κάποιου είδους εκλογικής και κοινοβουλευτικής διαδικασίας --μια διαδικασία που έχει μικρή σχέση με την εκλογική διαδικασία στις κοινοβουλευτικές δημοκρατίες του παρελθόντος, όπου μαζικά πολιτικά κόμματα με σαφώς ξεχωριστά εκλογικά προγράμματα συναγωνίζονταν για την ψήφο του εκλογικού σώματος που συμμετείχε μαζικά στη διαδικασία. Η Υ/Ε, επομένως, βλέπει τα συμφέροντά της στο πλαίσιο διεθνών «χώρων» (αγορές, πολιτικοί και στρατιωτικοί θεσμοί, μέσα ενημέρωσης, κ.λπ.) αντί «εθνικών». Εντούτοις, η ανάδυση υπερεθνικών μορφών πολιτικής και οικονομικής εξουσίας δεν συνεπάγεται την κατάργηση των εθνικών μορφών. Τα κράτη εξακολουθούν να χρειάζονται για την τοπική θεσμοθέτηση και εφαρμογή των υπερεθνικών στρατηγικών και πολιτικών, τις οποίες είναι αναγκασμένη να υλοποιεί κάθε χώρα που έχει ενσωματωθεί στη ΝΔΤ της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης.
Δεδομένου ότι η Υ/Ε βλέπει τα συμφέροντά της σε σχέση με υπερεθνικούς, παρά με  «εθνικούς» χώρους, δεν στηρίζεται σε κάποιο ενιαίο κράτος, αλλά αποτελεί περισσότερο έναν αποκεντρωμένο μηχανισμό εξουσίας χωρίς γεωγραφικό κέντρο. Αυτό σημαίνει ότι τα μέλη της υπερεθνικής ελίτ δεν βασίζονται κατ' ανάγκη σε μια υπερδύναμη όπως οι ΗΠΑ, αν και, βέβαια, δεν διστάζουν να χρησιμοποιήσουν τη δύναμη ενός συγκεκριμένου κράτους για την επίτευξη των στόχων τους --πολύ περισσότερο όταν αυτό τυγχάνει να είναι η σημερινή ηγεμονική στρατιωτική δύναμη. Με αυτή την έννοια, η παλαιο-Μαρξιστική προσέγγιση, η οποία εξακολουθεί να θεωρεί τις ΗΠΑ ως «αυτοκρατορία»--αν και καταρρέουσα-- είναι άνευ αντικειμένου, δεδομένου ότι βασίζεται στην παρωχημένη αντίληψη της συγκέντρωσης της πολιτικής και οικονομικής δύναμης σε κρατικό επίπεδο. Ωστόσο, η υπερεθνική ελίτ δεν ορίζεται γεωγραφικά και αποτελείται από μέλη που έχουν δεσπόζουσα θέση στη «διεθνή κοινότητα», ως αποτέλεσμα της υπερεθνικής οικονομικής, πολιτικής ή ευρύτερα κοινωνικής εξουσίας τους, και όχι ως αποτέλεσμα της κατοχής εξουσίας σε ένα μόνο έθνος-κράτος.
Από την άποψη αυτή, είναι ενδεικτικό ότι ακόμη και όταν «φωτισμένοι» μαρξιστές αναλυτές (δηλαδή εκείνοι οι οποίοι, σε αντίθεση με παρωχημένους μαρξιστές, έχουν κατανοήσει τη σημασία της παγκοσμιοποίησης ως ένα νέο συστημικό φαινόμενο)  χρησιμοποιούν τον όρο «αυτοκρατορία», του δίνουν συνήθως ένα νόημα που αντιστοιχεί σε μεγάλο βαθμό στην έννοια της υπερεθνικής ελίτ, όπως ορίζεται παραπάνω. Έτσι, οι Hardt & Negri[3] βλέπουν την «Αυτοκρατορία» ως «ένα αποκεντρωμένο και από-εδαφικοποιημένο μηχανισμό εξουσίας», (αν
και δεν περιλαμβάνουν σε αυτή τις ΜΚΟ και τον ΟΗΕ!). [4] Επίσης, σε μια πιο πρόσφατη μελέτη, ο Anthony Mustacich, (ο οποίος χρησιμοποιεί τον όρο «τριμερής ιμπεριαλισμός» για να αναφερθεί στις ΗΠΑ, ΕΕ και Ιαπωνία), τονίζει ότι «η νεο-φιλελεύθερη αυτοκρατορία του σήμερα δεν είναι η χθεσινη αυτοκρατορία ενός ιμπεριαλιστικού έθνους, αλλά η αυτοκρατορία των πολυεθνικών εταιρειών, που βασίζονται στην τριάδα, και επιβάλλονται μέσω της στρατιωτικής δύναμης των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ.» [5]
Φυσικά, όπως οι πολιτικές διαφορές μεταξύ των μελών της εθνικής άρχουσας ελίτ, που εκπροσωπείται από την κυβέρνηση ενός έθνους-κράτους, δεν είναι σπάνιες, το ίδιο ισχύει και με τα μέλη της Υ/Ε. Ωστόσο, οι διαφορές αυτές, ακριβώς όπως και στην περίπτωση των εθνικών αρχουσών ελίτ, αναφέρονται στην τακτική, και ποτέ στη στρατηγική, δηλαδή, ποτέ δεν αφορούν τους ίδιους τους στρατηγικούς στόχους αυτών των ελίτ για την αναπαραγωγή και την επέκταση της υπερεθνικής πολιτικής και οικονομικής τους δύναμης. Η εθνική κυβέρνηση υποτίθετο ότι έπαιζε ακριβώς αυτό τον ρόλο: να συμβιβάζει τις πολιτικές διαφορές (συνήθως τακτικής), μεταξύ των μελών της, ώστε οι στρατηγικοί στόχοι να μην διακινδυνεύονται. Έτσι, τα ανόητα επιχειρήματα που προέβαλλε, για παράδειγμα, η φράξια των φιλελεύθερων παγκοσμιοποιητών στη ρωσική ελίτ για την εκμετάλλευση των διαφορών μεταξύ των μελών της Υ/Ε (βλέπε π.χ. τις διαφορές τους όσον αφορά την εισβολή στο Ιράκ), απλά φανερώνουν αδυναμία κατανόησης του γεγονότος ότι αυτές είναι διαφορές τακτικής, και ποτέ στρατηγικής. Δηλαδή, πως όλα τα μέλη της Υ/Ε συμφωνούν ότι πρωταρχικός τους στόχος είναι να αναπαράγουν και να επεκτείνουν περαιτέρω τη ΝΔΤ της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης. Σε αυτό το πλαίσιο, η Ρωσία αποτελεί εχθρό για όλα τα τμήματα της Υ/Ε, αν και υπάρχουν προφανείς διαφορές τακτικής μεταξύ τους σε ό,τι αφορά το πώς να ενσωματώσουν τη Ρωσία στη ΝΔΤ, π.χ. μέσω οικονομικού πολέμου, είτε μέσω μιας στρατιωτικής σύρραξη, όπως θα προτιμούσαν κάποιοι άλλοι.
Η μη-ανταγωνιστική φύση των  διαφορών τακτικής μεταξύ των μελών της Υ/Ε συνεπάγεται, επομένως, ότι οι διαφορές αυτές έχουν έλαχιστη σχέση με τις ενδο-ιμπεριαλιστικές διαφορές που αναφέρονται στη μαρξιστική βιβλιογραφία. Αυτή είναι μια θεμελιώδης ποιοτική διαφορά μεταξύ της  Διεθνούς Τάξης της εποχής πριν τη παγκοσμιοποίηση,  που βασιζόταν στα έθνη-κράτη, και της Νέας Διεθνούς Τάξης που αναδύθηκε με την παγκοσμιοποίηση τις τελευταίες περίπου τρεις δεκαετίες. Ένα ενδεικτικό παράδειγμα είναι η πρόσφατη περίπτωση που η ηγετική χώρα μέσα στην Υ/Ε, οι ΗΠΑ, επέβαλλε πρόστιμο της τάξης των $9 δις σε μια γαλλική πολυεθνική, την BNP Baribas, επειδή βοηθούσε χώρες όπως η Κούβα και το Ιράν να αποφεύγουν τις δυτικές κυρώσεις. Αυτό ανάγκασε ακόμη και τον Michel Sapin, τον Γάλλο υπουργό οικονομικών, να απευθύνει έκκληση για «εξισορρόπηση» των νομισμάτων που χρησιμοποιούνται για τις παγκόσμιες πληρωμές, (αυτή τη στιγμή το αμερικανικό δολάριο αντιπροσωπεύει το κύριο παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα για περίπου το 85% των παγκόσμιων συναλλαγών), τονίζοντας ότι η περίπτωση της BNP Paribas θα έπρεπε «να μας κάνει να συνειδητοποιήσουμε την αναγκαιότητα της χρήσης μιας ποικιλίας νομισμάτων». [6] Το επακόλουθο μιας τέτοιας πρότασης ήταν προφανές: οι χώρες της ΕΕ θα έπρεπε να χρησιμοποιούν  και το ευρώ ως αποθεματικό νόμισμα. Κάτι τέτοιο θα ήταν σαφώς μία τορπίλη στην ηγεμονία του αμερικανικού δολαρίου ως αποθεματικού νομίσματος, μία  ρύθμιση που επιτρέπει στις ΗΠΑ να υιοθετούν πολιτικές, τις οποίες δεν μπορούν να εφαρμόσουν  οι χώρες των οποίων το νόμισμα δεν χρησιμοποιείται σαν αποθεματικό. Ωστόσο, μέσα σε λίγες ώρες από την παραπάνω δήλωση, μέλη της υπερεθνικής οικονομικής ελίτ (κυρίως τραπεζίτες) «αποκατέστησαν την τάξη», όπως έκανε σαφές το ακόλουθο απόσπασμα από το ίδιο ρεπόρτο των Financial Times:


«Παρά τις προσπάθειες διαφοροποίησης, πολλές κεντρικές τράπεζες λένε ότι εξακολουθούν να μη βλέπουν καμιά πραγματική εναλλακτική λύση στο δολάριο, όσον αφορά τουλάχιστον την ασφάλεια και τη ρευστότητα που παρέχει, και κατέχουν περισσότερο από το 60 τοις εκατό των αποθεματικών τους σε αμερικανικά δολάρια. Ένας ανώτερος Γάλλος αξιωματούχος αμφισβήτησε την ικανότητα της κυβέρνησης του να τονώσει την περαιτέρω χρήση του ευρώ στις διεθνείς εμπορικές συναλλαγές:
«Τελικά, είναι δύσκολο να γνωρίζουμε τι μπορούμε να κάνουμε πραγματικά. Η αγορά είναι εκείνη που αποφασίζει γι’ αυτά τα πράγματα.» [7]


Παρόλα αυτά, ορισμένοι πολιτικοί και κυρίως οι παρωχημένοι μαρξιστές επιχειρούν ακόμη και σήμερα να απορρίψουν μία ανάλυση όπως η παραπάνω για την παγκοσμιοποίηση και την υπερεθνική ελίτ, είτε αναφερόμενοι σε μια υποτιθέμενη σύγκρουση μεταξύ «Ευρώπης» και ΗΠΑ, είτε, εναλλακτικά, στην ύπαρξη δύο κύριων ιμπεριαλισμών, ή ακόμη και «πολλαπλών καπιταλισμών».
Έτσι, ο Γκορμπατσόφ, για παράδειγμα, δεν είχε κανέναν ενδοιασμό να δηλώσει, (καθώς γιόρταζε, δίπλα στη Μέρκελ, την ενοποίηση της Γερμανίας!) ότι «η Ευρώπη μπορεί να έχει πολύ θετική επίδραση στην κατάσταση. Αυτή άλλωστε θα έπρεπε να γίνει η ατμομηχανή για τη δημιουργία του νέου κόσμου [8] Με άλλα λόγια, για τον Γκορμπατσόφ και το παγκοσμιοποιητικό τμήμα της ρωσικής ελίτ, δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα με την ΕΕ, και επομένως δεν υπάρχει ούτε ανάγκη για ένα νέο παγκόσμιο πόλο που να εκφράζει το αίτημα για μια νέα διεθνή δημοκρατική τάξη βασισμένη σε κυρίαρχα έθνη, όπως θα μπορούσε να είναι η Ευρασιατική Ένωση. Προφανώς, φταίνε μόνο οι νεοσυντηρητικοί Αμερικανοί, ενώ η Ρωσία (με ή χωρίς τα λοιπά μέλη της Ευρασιατικής Ένωσης) θα μπορούσε κάλλιστα να συμβιώσει στον ίδιο μονοπολικό κόσμο που ορίζει η ΝΔΤ και η Υ/Ε, της οποίας η ΕΕ αποτελεί αναπόσπαστο μέρος!
Για άλλους, η σημερινή κατάσταση μπορεί να περιγραφεί στη βάση δύο ιμπεριαλιστικών κρατών ή δύο κέντρων εξουσίας, ενός στρατιωτικού, δηλαδή των ΗΠΑ, και ενός οικονομικού, δηλαδή μιας «ελεγχόμενης-από-τη-Γερμανία ΕΕ», τα οποία κατά κάποιο τρόπο συνεργάζονται για να κυβερνήσουν τον κόσμο. Έτσι, για τον James Petras,
"Ενώ οι πρόεδροι Μπους και Κλίντον προανήγγελλαν μια «νέα διεθνή τάξη», με βάση τη μονοπολική στρατιωτική υπεροχή, η Γερμανία προήγαγε τη νέα αυτοκρατορική τάξη της, ασκώντας τους δικούς της πολιτικούς και οικονομικούς μοχλούς. Κάθε ένα από τα δύο αυτά κέντρα εξουσίας, η Γερμανία και οι ΗΠΑ, μοιράζονται τον κοινό στόχο για την ταχεία ενσωμάτωση των νέων καπιταλιστικών καθεστώτων στις περιφερειακές οργανώσεις τους –την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) και το ΝΑΤΟ αντίστοιχα--και την επέκταση τους σε παγκόσμιο επίπεδο ".[9]
Ωστόσο, το γεγονός ότι σε αυτή την ανάλυση, η ΝΔΤ ορίζεται από καθαρά γεωπολιτική σκοπιά, σα να ζούμε ακόμη στην εποχή πριν τη παγκοσμιοποίηση, δηλαδή την εποχή των εθνικών κρατών και των ιμπεριαλισμών που βασίζονταν σε αυτά, φανερώνει σαφή άγνοια της σημασίας των Αμερικανικών  και Γερμανικών πολυεθνικών ως το θεμέλιο της αντίστοιχης συνεργασίας των ΗΠΑ και της Γερμανίας, μέσα στην Υ/Ε. Είναι σαφές ότι, μολονότι μπορεί να υπάρχουν ορισμένες διαφοροποιήσεις σε θέματα τακτικής μεταξύ των ΗΠΑ και της Γερμανίας επάνω σε διάφορα ζητήματα, συμπεριλαμβανομένου του ζητήματος για τον καλύτερο τρόπο ενσωμάτωσης της Ρωσίας στη ΝΔΤ, υπάρχει πλήρης συμφωνία μεταξύ τους για τον στρατηγικό στόχο της αναπαραγωγής και επέκτασης της σημερινής τάξης σε όλο τον κόσμο, μέσα απο την ενσωμάτωση χωρών που αντιστέκονται στα κρίσιμα στοιχεία της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης: δηλαδή στο άνοιγμα και την απελευθέρωση των αγορών κεφαλαίου και εμπορευμάτων (καθώς και τις «ελαστικές» σχέσεις εργασίας). Αυτό, κατ’ ανάγκη, συνεπάγεται, όπως προσπάθησα να δείξω στο παρελθόν,[10] την απώλεια της οικονομικής και εθνικής κυριαρχίας και τη δημιουργία ενός νέου είδους υπερεθνικής κυριαρχίας που ελέγχεται, σε οικονομικό επίπεδο, από τις υπερεθνικές/πολυεθνικές επιχειρήσεις.
Τέλος, για  κάποιους άλλους το πρόβλημα είναι η ύπαρξη μιας «ποικιλίας καπιταλισμών» στην εποχή της παγκοσμιοποίησης:
Ο «αμερικανικός αιώνας» έχει τελειώσει, και έχουμε εισέλθει σε μια περίοδο κατά την οποία έχουν σχηματιστεί πολλαπλά κέντρα του παγκόσμιου καπιταλισμού. Στις ΗΠΑ, την Ευρώπη, την Κίνα και ίσως τη Λατινική Αμερική, έχουν αναπτυχθεί επίσης καπιταλιστικά συστήματα με συγκεκριμένες ιδιαιτερότητες: οι ΗΠΑ ξεχωρίζουν για τον νεοφιλελεύθερο καπιταλισμό τους, η Ευρώπη για ό,τι έχει απομείνει από το κράτος πρόνοιας, η Κίνα για τον αυταρχικό της καπιταλισμό, η Λατινική Αμερική για τον λαϊκίστικο καπιταλισμό. Μετά την αποτυχημένη προσπάθεια των ΗΠΑ να επιβληθούν ως η μόνη υπερδύναμη --ο ρόλος του διεθνούς χωροφύλακα-- υπάρχει πλέον η ανάγκη να οριστούν οι κανόνες της αλληλεπίδρασης μεταξύ αυτών των τοπικών κέντρων όσον αφορά τα αντικρουόμενα συμφέροντα τους. [11]
Με βάση αυτή την περιγραφή, (η οποία δεν στηρίχτηκε σε κανένα είδος ανάλυσης), ο Ζίζεκ κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η «πρωταρχική αντίφαση» της Νέας Διεθνούς Τάξης είναι η αδυναμία της δημιουργίας μιας παγκόσμιας πολιτικής τάξης, η οποία να αντιστοιχεί στην νέα τάξη της παγκόσμιας καπιταλιστικής οικονομίας. Ωστόσο ο Σιμόν Πέρες, ο πρόσφατα αποχωρήσας αρχι-Σιωνιστής πρόεδρος του Ισραήλ, έχει ήδη δώσει μια απάντηση σχετικά με το πώς μπορεί να δημιουργηθεί ένα είδος παγκόσμιας διακυβέρνησης από αυτή την υποτιθέμενη δυσλειτουργία που περιέγραψε ο «αριστερός» στοχαστής. Έτσι, ο Πέρες πανηγύριζε ως εξής την παγκοσμιοποίηση μπροστά σε ένα άκρως ενθουσιώδες ακροατήριο του συνόλου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου:
«Η παγκοσμιοποίηση έθεσε τέλος στον ρατσισμό. Ενδυναμώνει το άτομο. Οι πολυεθνικές δεν επιβάλλουν τη θέλησή τους στους ανθρώπους. Αντιθέτως, σέβονται τη βούληση των πελατών τους. Μπορούν να παρέχουν επιστημονική τεχνογνωσία για την ανάπτυξη. Μπορούν να βοηθήσουν τους νέους να αποκτήσουν υψηλού επιπέδου εκπαίδευση. Να δημιουργήσουν θέσεις εργασίας που αρμόζουν στις δεξιότητές τους.» [12]
Στη συνέχεια, o Πέρες προχώρησε παραπέρα, στο να περιγράψει πώς θα πρέπει να είναι το μέλλον του κόσμου στη βάση της παγκοσμιοποίησης, ακολουθώντας τα χνάρια του Gideon Rachman, δηλαδή του επικεφαλής σχολιαστή εξωτερικών υποθέσεων των Financial Times, ο οποίος σε ένα πολύ γνωστό άρθρο του το 2008 με τίτλο «Και τώρα για μια παγκόσμια κυβέρνηση»[13] παρείχε το ιδεολογικό υπόβαθρο για την παγκόσμια διακυβέρνηση (πράγμα που πολλοί σχολιαστές το εξέλαβαν σαν απόδειξη μιας συνομοσίας των ελίτ για τη δημιουργία της παγκόσμιας διακυβέρνησης). Δηλαδή, περιέγραψε πώς έβλεπε ο ίδιος την υπάρχουσα Νέα Διεθνή Τάξη, έτσι όπως είναι προς το παρόν, προσθέτοντας επιπλέον μια άτυπη παγκόσμια διακυβέρνηση:
«Ο Παγκοσμιοποιημένος κόσμος μας δεν έχει καμία παγκόσμια κυβέρνηση. Έχει γίνει σχεδόν ακυβέρνητος. Πρέπει να κοιτάξουμε για μια εναλλακτική λύση. Πιστεύω ότι οι μελλοντικοί τρόποι διακυβέρνησης θα πρέπει να στηρίζονται σε τρεις πυλώνες: Οι εθνικές κυβερνήσεις θα συνεχίσουν να είναι υπεύθυνες για τη συνετή διαχείριση του εθνικού κράτους. Παγκόσμιες εταιρείες θα επενδύουν στην έρευνα και την ανάπτυξη. Και τα άτομα θα απολαμβάνουν την ικανότητα να αυτοκυβερνώνται, γνωρίζοντας τον τρόπο που λειτουργεί ο εγκέφαλος τους. Η Επιστήμη σήμερα έχει μεγαλύτερη δύναμη από την πολιτική. Είναι καθολική και χωρίς σύνορα. Οι στρατοί δεν μπορούν να κατακτήσουν τη σοφία. Η αστυνομία δεν μπορεί να συλλάβει την επιστήμη. (...) Αντιμετωπίζοντας την έλλειψη παγκόσμιας διακυβέρνησης, μπορούμε να σφυρηλατήσουμε μια στενή συνεργασία μεταξύ των κυβερνήσεων και των παγκόσμιων εταιρειών. Αντιμετωπίζοντας τους κινδύνους που απειλούν τις αξίες για τις οποίες πολεμούμε, θα πολεμήσουμε την τρομοκρατία, όπου και αν βρίσκεται, αδυσώπητα». [14]
Έτσι, χρησιμοποιώντας σχεδόν τα ίδια λόγια που χρησιμοποιήθηκαν αργότερα από τον Ζίζεκ για να περιγράψουν την «πρωταρχική αντίφαση», (που απλά πρόσθεσε μια δήθεν μαρξιστική διάσταση στη θέση του Πέρες), ο Ισραηλινός πρέδρος «έδειξε» επίσης τη διέξοδο από αυτή την αντίφαση στην πορεία της σημερινής ΝΔΤ!
Ωστόσο, υπάρχει, στην πραγματικότητα, μια πραγματική εναλλακτική λύση σε αυτή την πορεία, όπως την περιέγραψα αλλού:
Συμπερασματικά, ο θεμελιώδης στόχος της κοινωνικής πάλης σήμερα πρέπει να είναι μια πλήρης ρήξη με την παρούσα ΝΔΤ και η οικοδόμηση μιας νέας δημοκρατικής τάξης, στην οποία η οικονομική και εθνική κυριαρχία έχουν αποκατασταθεί. Έτσι, οι λαοί θα μπορούσαν στη συνέχεια να αγωνιστούν για την ιδανική κοινωνία, όπως την ονειρεύονται ... Με αυτή την έννοια, η ολοκλήρωση μιας Ευρασιατικής Ένωσης, όπως είχε αρχικά σχεδιαστεί, (δηλαδή ως μια οικονομική ένωση κυρίαρχων κρατών που θα έχουν τη δυνατότητα να επιβάλλουν ό,τι κοινωνικούς ελέγχους αποφασίσουν πάνω στις αγορές), θα ήταν ένα γεγονός με πελώρια σημασία για την ανάπτυξη μιας νέας δημοκρατικής παγκόσμιας τάξης που θα αντικαθιστούσε τη σημερινή ΝΔΤ της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης, η οποία έχει ήδη καταστρέψει τις ζωές δισεκατομμυρίων ανθρώπων σε όλο τον κόσμο.[15]

* Το άρθρο αυτό δημοσιεύτηκε αρχικά στην αγγλική έκδοση της Pravda.ru. Η μετάφραση είναι του Πάνου Λιβιτσάνου. Αναδημοσιεύεται (καθώς και η εισαγωγική περίληψη) από το antipagkosmiopoihsh.gr



[1] Βλ. για λεπτομερή ανάλυση της περιοδοποίησης του συστήματος στη νεωτερικότητα, Τάκης Φωτόπουλος, Περιεκτική Δημοκρατία – 10 Χρόνια Μετά (Ελεύθερος Τύπος, 2008), Πρώτο Μέρος
[2] Andy Coghlan and Debora MacKenzie, “Revealed – the capitalist network that runs the world”, New Scientist Magazine, τεύχος 2835, 24/10/2011
[3] Michael Hardt και Αντόνιο Νέγκρι Αυτοκρατορία (Scripta, 2002)
[4] Βλ. για κριτική της «Αυτοκρατορίας», Takis Fotopoulos & A. Gezerlis, “Hardt and Negri’s Empire: a new Communist Manifesto or a reformist welcome to neoliberal globalisation?”, στο The Communist Manifesto, by K.Marx, ed by Frederic L. Bender (Norton, 2013)
[5] Anthony Mustacich, “Imperialism, The Cold War, and the Contradictions of Decolonization”,Global Research, 12/5/2013
[6] Michael Stothard, “France hits out at dollar dominance in international transactions”,Financial Times, 6/7/2014
[7] ό.π.
[9] James Petras, ‘The Rise of German Imperialism and the Phony “Russian Threat”’, Global Research, 7/12/2014
[10] “BRICS and the myth of the multipolar world”, Pravda.ru, 6/10/2014
[11] Slavoj Žižek, “Who can control the post-superpower capitalist world order?”, The Guardian, 6/5/2014, και ελληνική μετάφραση εδώ
[12] “Full text of Peres speech to European Parliament in Strasbourg”, Haaretz, 13/03/2013 (λινκ στον λόγο)
[13] Gideon Rachman, “And now for a world government”, Financial Times, 8/12/2008, και σχόλιο στα ελληνικά εδώ
[14] ό.π.
[15] “The imperative need for popular fronts of national and social liberation in the globalization era” (χωρίο από το επερχόμενο βιβλίο, Ukraine: The Attack on Russia and the Eurasian Union,υπό έκδοση από τον Progressive Press)