Νοεμβρίου 22, 2016

25 χρόνια από την κατάρρευση της ΕΣΣΔ

Αναδημοσίευση από antipagkosmiopoihsh.gr

Γνωρίζουμε ότι η Σοβιετική Ένωση και το Πρώην Ανατολικό Μπλοκ δεν ήταν φυσικά σοσιαλιστικοί παράδεισοι, παρότι τουλάχιστον κάλυπταν τις βασικές ανάγκες των πολιτών τους, κάτι που ήταν τεράστιο επίτευμα δεδομένου του επίπεδου ανάπτυξης της Ρωσίας το 1917 — Σε σύγκριση, οι ΗΠΑ ακόμα δεν καλύπτουν τις βασικές ανάγκες σχεδόν του 1/3 του πληθυσμού της! Και ακόμα, διατηρούσαν μια αίσθηση της κοινότητας περισσότερο απ’ότι οι σημερινές «Δημοκρατίες» της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης. Η ύπαρξη, όμως, ενός ρωμαλέου αντίπαλου πόλου απέναντι στις Δυτικές και Αμερικανικές ιμπεριαλιστικές βλέψεις ήταν καταλυτικής σημασίας για την επικράτηση ενός πολύ πιο ειρηνικού και ελπιδοφόρου κόσμου. Επιπλέον, η επιρροή που ασκούσε το μαζικό κομμουνιστικό κίνημα, (ανεξάρτητα από το γεγονός ότι δεν πέτυχε τελικά τους στόχους του) στους λαούς και στην Αριστερά στη Δύση, ήταν ο βασικός λόγος για την ενωμένη εναντίωση τους στις Αμερικάνικες επεμβάσεις παγκοσμίως, η οποία πετύχαινε συχνά την αποτροπή τους. Σε αντίθεση, σήμερα, όχι μόνο δεν υπάρχει μαζικό κίνημα ενάντια στις εγκληματικές επεμβάσεις  της Υπερεθνικής Ελίτ στη Λιβύη, τη Συρία, την Ουκρανία, ή ενάντια στη συστηματική περικύκλωση της Ρωσίας από το ΝΑΤΟ κλπ., αλλά το μεγαλύτερο μέρος της παγκοσμιοποιητικής «Αριστεράς» φτάνει στο σημείο, έμμεσα, να υποστηρίζει αυτές τις κτηνωδίες ενάντια στην εθνική και λαϊκή κυριαρχία των λαών, για το καλό της προάσπισης των «δικαιωμάτων», όπως τα ορίζουν ο κάθε Σόρος, τα Ινστιτούτα και οι ΜΚΟ της Νέας Διεθνούς Τάξης!

25 χρόνια από την κατάρρευση της ΕΣΣΔ, 25 χρόνια παγκόσμιας αστάθειας.

(11.09.2016)
Marcus Papadopoulos

Ναι, έχετε διαβάσει σωστά τον τίτλο αυτού του άρθρου. Και όχι, δεν πρόκειται για ένα δελτίο τύπου του Κομμουνιστικού Κόμματος της Ρωσικής Ομοσπονδίας. Πρόκειται για ένα άρθρο που τεκμηριώνει τι έχει συμβεί στη διεθνή σκηνή, από την κατάρρευση της ΕΣΣΔ πριν από 25 χρόνια και ως συνέπεια αυτής. Ένα γεγονός που συνεχίζει να επηρεάζει τις ζωές των απλών ανθρώπων σε όλο τον κόσμο, είτε το συνειδητοποιούν είτε όχι, είτε τους αρέσει είτε όχι.
Το άρθρο αυτό στέκεται διαμετρικά αντίθετα από τη συνήθη αφήγηση της Δύσης για την ΕΣΣΔ, και είναι αυτό που το κάνει σήμερα ένα ιδιαίτερα καίριο άρθρο, δεδομένου οτι η παρουσίαση της Δύσης για τον εαυτό της ως «θεμελιωτή της παγκόσμιας ειρήνης και σταθερότητας» έχει εκτεθεί σαν τίποτα περισσότερο από μια βιτρίνα και ενα παραπλανητικό ψέμα. Έχοντας αυτό υπόψη, ζητώ από τον αναγνώστη να διαβάσει με ανοιχτό μυαλό αυτό το άρθρο και να «διαγράψει» ό,τι  οι δυτικοί πολιτικοί και γενικά οι δημοσιογράφοι του λένε συνεχώς για τη Σοβιετική Ένωση –μια χώρα που, μεταξύ πολλών άλλων επιτευγμάτων, εξασφάλισε τη νίκη κατά του Ναζισμού στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Όπως έγραψε ο Ουίνστον Τσόρτσιλ, ήταν η ΕΣΣΔ που «εξουδετέρωσε τη ναζιστική πολεμική μηχανή».
Μέχρι το 1991, η Δύση, κατά βάση οι Ηνωμένες Πολιτείες, είχε παρέμβει, είτε με άμεση στρατιωτική δύναμη είτε μέσω ανατροπής κυβερνήσεων, στα εσωτερικά ενός αριθμού ανεξάρτητων, κυρίαρχων κρατών, όπως το Βιετνάμ και η Χιλή. Οι παρεμβάσεις αυτές, οι οποίες ήταν παράνομες βάσει του διεθνούς δικαίου, έφεραν τεράστιες απώλειες ανθρώπινων ζωών και προκάλεσαν αστάθεια στις περιφερειακές χώρες, που φυσικά, είχε αλυσιδωτές συνέπειες για την παγκόσμια σταθερότητα. Ωστόσο, από το 1991 και μετά, ο ρυθμός με τον οποίο οι ΗΠΑ παρεμβαίνει στις εσωτερικές υποθέσεις των χωρών έχει αυξηθεί εκθετικά, παραβιάζοντας το διεθνές δίκαιο όσο ποτέ άλλοτε και ενεργώντας με τον πιο θρασύ τρόπο από κάθε άλλη φορά. Το τελικό αποτέλεσμα αυτών των παρεμβάσεων ήταν να κάνουν τον κόσμο πιο επικίνδυνο και πιο ασταθή από κάθε άλλη στιγμή μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.
Η λίστα με τις χώρες και τις περιοχές που οι ΗΠΑ παρενέβησαν είναι μεγάλη και σοκαριστική, που την κάνει καταθλιπτική στην ανάγνωσή της: Βοσνία, Κροατία,  Σερβία, Κοσσυφοπέδιο, Αφγανιστάν, Ιράκ, Λιβύη, Συρία και Ουκρανία. Όλες αυτές οι χώρες έχουν τεράστια γεωστρατηγική σημασία, και συνεπώς συνεχίζουν να είναι υπό το ενδιαφέρον της Ουάσιγκτον. Και στις περισσότερες από αυτές τις περιπτώσεις, οι Αμερικανοί ή έχουν επιτύχει, ή προσπάθησαν να επιτύχουν τους στόχους τους, με την υποστήριξη ισλαμιστών (Βοσνία,  Λιβύη και Συρία), φασιστών (Κροατία και Ουκρανία) ή οργανωμένου εγκλήματος (Κοσσυφοπέδιο).
Αυτή η παρέμβαση της Δύσης, υπό τον παραπλανητικό τίτλο «ανθρωπιστική επέμβαση», έχει προκαλέσει τεράστια ζημιά στην κατάσταση του διεθνούς δικαίου και των μηχανισμών του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών. Έχει μετατρέψει σταθερές μέχρι τώρα χώρες και περιοχές σε βαθιά ασταθή μέρη που έχουν, κυριολεκτικά μιλώντας, παραδοθεί στις φλόγες. Έφερε το οργανωμένο έγκλημα σε μικρές και μεγάλες πόλεις σε όλη την Ευρώπη. Και έχει μετατρέψει την ισλαμική τρομοκρατία σε μια ισχυρή δύναμη που έχει εξαπλωθεί σαν κακοήθης καρκίνος στην Ευρώπη.
Έτσι, τι είναι αυτό που ευθύνεται για την ξαφνική και δραματική αύξηση των παρεμβάσεων της Αμερικής στον κόσμο από το 1991; Η απάντηση είναι απλή: η απουσία της ΕΣΣΔ.
Η Σοβιετική Ένωση ήταν μια υπερδύναμη, η οποία, από το 1945 μέχρι την κατάρρευσή της το 1991, εμπόδισε τις ΗΠΑ να κυριαρχήσουν τον κόσμο (κάτι που η Ουάσιγκτον πέτυχε μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, της οποίας τις συνέπειες ο κόσμος υποφέρει σήμερα). Με έναν τεράστιο βιομηχανικό τομέα, ένα τεράστιο βιομηχανικό-στρατιωτικό σύμπλεγμα και έναν τεράστιο στρατό, που αριθμούσε πάνω από τέσσερα εκατομμύρια προσωπικού το 1991, υποστηριζόμενο από ένα τεράστιο κατάλογο στρατιωτικού εξοπλισμού, η ΕΣΣΔ ενήργησε ως τρομερό μπλοκ απέναντι στις αμερικάνικες φιλοδοξίες.
Όταν οι πολιτικοί στην Ουάσινγκτον σχεδίαζαν σε ποιες χώρες να παρέμβουν για να ενισχυθεί η αμερικανική δύναμη, πάντα έπρεπε να λαμβάνουν υπόψη ποια θα ήταν η αντίδραση της σοβιετικής κυβέρνησης. Αυτό δεν σημαίνει, ωστόσο, οτι οι Αμερικανοί αποθαρρύνονταν πάντα από τη Σοβιετική Ένωση. Αλλά τα σχέδια των ΗΠΑ περιορίζονταν σημαντικά λόγω της σοβιετικής δύναμης. Αυτό, στο οποίο ο κόσμος έγινε μάρτυρας από το 1945 μέχρι το 1991, ήταν ένα αντίβαρο στην αμερικανική πολιτική, οικονομική και στρατιωτική επιρροή. Αυτό σήμαινε ότι οι ΗΠΑ δεν είχαν το ελεύθερο χέρι στις παγκόσμιες υποθέσεις.
Τώρα, ενώ ο κόσμος πριν από το 1991 δεν ήταν ασφαλής, δεδομένου ότι τα πυρηνικά όπλα ήταν πιο πολλά από σήμερα, οι αποσταθεροποιημένες χώρες ήταν πολύ λιγότερες πριν από την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης. Εκτός αυτού, η άνοδος του ριζοσπαστικού Ισλάμ και της ισλαμικής τρομοκρατίας από το 1991, για τα οποία οι Αμερικανοί έχουν παίξει καθοριστικό ρόλο ως αποτέλεσμα της υποστήριξης τους στους ισλαμιστές στη Βοσνία, τη Λιβύη και τη Συρία, θέτουν σε τρομερό κίνδυνο σήμερα την ασφάλεια και την προστασία των απλών ανθρώπων σε όλο τον κόσμο σε καθημερινή βάση.
Ας ρίξουμε μια ματιά στο πώς θα είχε εξελιχθεί ο κόσμος αν δεν είχε καταρρεύσει η ΕΣΣΔ.
Κατ ‘αρχάς, η κουβανική κρίση πυραύλων αποφεύχθηκε, εν μέρει, επειδή οι ΗΠΑ έπρεπε να διαπραγματευτούν με τη Σοβιετική Ένωση. Στη Δύση δεν λένε συχνά ότι ένας από τους κύριους λόγους που η ΕΣΣΔ ανέπτυξε διηπειρωτικούς βαλλιστικούς πυραύλους στην Κούβα είναι οτι οι ΗΠΑ είχαν ήδη τους δικούς  τους στην Τουρκία, η οποία φυσικά συνορεύει με τη Σοβιετική Ένωση. Και στη Δύση, επίσης δεν λένε συχνά, οτι η κουβανική κρίση επιλύθηκε επειδή η σοβιετική κυβέρνηση συμφώνησε να αποσύρει τους πυραύλους της από την Καραϊβική νήσο σε ανταπόδοση για την απόσυρση αμερικάνικων πυραύλων από την Τουρκία. Ως εκ τούτου, από μια σχεδόν καταστροφή για τον κόσμο προέκυψε μια πιο σταθερή κατάσταση, στην οποία ούτε οι ΗΠΑ, ούτε η Σοβιετική Ένωση είχε βαλλιστικούς πυραύλους στα σύνορα της κάθε πλευράς. Θα πρέπει να σημειωθεί, ωστόσο, πως σήμερα υπάρχουν αμερικανικές πυρηνικές κεφαλές στην Τουρκία. Δυστυχώς, η κατάρρευση της ΕΣΣΔ ενθάρρυνε τους Αμερικανούς να αναπτύξουν ακόμη μια φορά όπλα μαζικής καταστροφής σε μια χώρα που βρίσκεται σε ένα πολύ κρίσιμο μέρος του κόσμου, και η Ρωσική Ομοσπονδία δεν ενήργησε αποτρεπτικά σε αυτήν την περίπτωση.
Δεύτερον, η Σοβιετική Ένωση δεν θα είχε ανεχθεί να κατακερματιστεί η εδαφική ακεραιότητα της Γιουγκοσλαβίας, όπως η Δύση έπραξε ήδη από 1991-1992, και στη συνέχεια και πάλι το 1999. Η σοβιετική κυβέρνηση θα είχε δώσει την πλήρη υποστήριξή της στο στρατό του Γιουγκοσλαβικού Λαού για να αφοπλίσει και να συλλάβει τις παράνομες ένοπλες ομάδες που εμφανίστηκαν στη Σλοβενία, την Κροατία, τη Βοσνία και το Κοσσυφοπέδιο. Και το Σοβιετικό Ναυτικό θα είχε αποστείλει ένα στολίσκο στα Γιουγκοσλαβικά ύδατα ενάντια στη Δυτική στρατιωτική επέμβαση. Θα πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι, μετά την κατάρρευση του κομμουνισμού στην Ανατολική Ευρώπη το 1989, η Γιουγκοσλαβία άρχισε να στρέφεται προς τη Σοβιετική Ένωση για υποστήριξη.
Τρίτον, η Σοβιετική Ένωση ανέπτυξε στρατιωτικές δυνάμεις στο Αφγανιστάν για να εξουδετερώσει εκεί την άνοδο του ριζοσπαστικού Ισλάμ. Εν μέρει ως αποτέλεσμα της κατάρρευσης της Σοβιετικής Ένωσης, οι Ταλιμπάν, υπό τη διεύθυνση της στενής σύμμάχου των ΗΠΑ στο Πακιστάν, σύντομα ήρθαν στην εξουσία στο Αφγανιστάν. Αν η ΕΣΣΔ δεν είχε καταρρεύσει, θα ήταν δυνατόν οι Ταλιμπάν να μην είχαν πάρει τον έλεγχο της χώρας και θα ήταν βέβαιο οτι οι Αμερικανοί δεν θα είχαν εισβάλει στο Αφγανιστάν, όπως και έκαναν το 2001. Σε καμία περίπτωση η σοβιετική κυβέρνηση δεν θα είχε ανεχθεί την αμερικανική παρουσία στο Αφγανιστάν στα σύνορα της με την Κεντρική Ασία – και η Ουάσιγκτον θα το γνώριζε αυτό. Ως εκ τούτου, η τρομερά επικίνδυνη κατάσταση στο Αφγανιστάν σήμερα, που προκαλείται από την αμερικανική εισβολή, θα είχε αποφευχθεί μέσω της ΕΣΣΔ.
Τέταρτον, το Ιράκ, ενώ ήταν σύμμαχος της Δύσης, ήταν ταυτόχρονα και σημαντικός σύμμαχος της ΕΣΣΔ. Και όπως και η Δύση, η σοβιετική κυβέρνηση πώλησε τεράστιες ποσότητες στρατιωτικού εξοπλισμού στους Ιρακινούς. Κατά τη διάρκεια του Ιρανο-Ιρακινού Πολέμου, σοβιετικά πολεμικά πλοία και φορτηγά στάλθηκαν στον Περσικό Κόλπο για να διασφαλίσουν να μην διακοπούν οι προμήθειες πετρελαίου από το Ιράκ. Οι Αμερικανοί, με την παρουσία της Σοβιετικής Ένωσης, ποτέ δεν θα είχαν εισβάλει στο Ιράκ, όπως έκαναν το 2003. Η Ουάσιγκτον θα γνώριζε πως μια εισβολή στο Ιράκ θα μπορούσε οδηγήσει σε μεταξύ τους πόλεμο τις ΗΠΑ και την ΕΣΣΔ.
Πέμπτον, η Λιβύη ήταν μια σημαντική αγορά όπλων για την ΕΣΣΔ και έδινε στη Μόσχα σημαντική επιρροή στη Βόρεια Αφρική. Από το ανωτέρω προκύπτει, οτι η σοβιετική κυβέρνηση θα απέστελνε ένα ναυτικό στολίσκο προς τη λιβυκή ακτή όταν οι Αμερικανοί, Βρετανοί και Γάλλοι θα έκαναν στρατιωτική επέμβαση για την ανατροπή του Μουαμάρ Καντάφι, όπως και έκαναν το 2011. Τα σχέδια για την δυτική επέμβαση στη Λιβύη θα αποθαρρύνονταν.
Έκτον, η Συρία, ο πιο στενός φίλος και σύμμαχος της Σοβιετικής Ένωσης στη Μέση Ανατολή, λειτούργησε ως τα μάτια και τα αυτιά της σοβιετικής κυβέρνησης σε αυτό το εξαιρετικά σημαντικό μέρος του κόσμου. Οι Αμερικανοί δεν θα μπορούσαν να σκεφτούν την υποστήριξη τρομοκρατικών ομάδων στη Συρία, όπως κάνουν σήμερα. Η Ουάσιγκτον ήξερε πόσο στενές ήταν οι σχέσεις μεταξύ της Συρίας και της ΕΣΣΔ. Οι ΗΠΑ δεν θα είχαν αγγίξει τη Συρία, όπως και η ΕΣΣΔ δεν θα είχε αγγίξει το Ισραήλ, έναν πιστό φίλο και σύμμαχο της Αμερικής.
Έβδομον, η Ουκρανία δεν θα οδηγούνταν προς ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΝΑΤΟ, λόγω της επιρροής των ΗΠΑ σήμερα, επειδή αν η ΕΣΣΔ δεν είχε καταρρεύσει, η τεχνητά δημιουργηθείσα χώρα της Ουκρανίας δεν θα υπήρχε.
Είναι πολύ εύκολο να ξεχνάμε ότι, πριν από το 1991, οι αμερικανικές παρεμβάσεις στον κόσμο δεν ήταν τόσο συχνές όσο έχουν γίνει σήμερα. Οι Αμερικανοί, μέχρι τότε ήξεραν τους περιορισμούς στις φιλοδοξίες και την εξουσία τους — και αυτοί οι περιορισμοί ορίζονταν από την Σοβιετική Ένωση. Οι ΗΠΑ δεν θα μπορούσαν απλά να βομβαρδίζουν μια χώρα (Σερβία) και στη συνέχεια να πέρναν ένα κομμάτι του εδάφους της και να το διακήρυτταν ως «ανεξάρτητο» (Κοσσυφοπέδιο), ή να εισβάλουν σε μια χώρα σε μια από τις πιο γεω-στρατηγικά σημαντικές περιοχές του κόσμου (Ιράκ), για να καθαιρέσουν τόσο τον ηγέτη όσο και την κυβέρνησή του και να την αντικαταστήσουν με μια φιλο-αμερικανική.
Αν κοιτάξει κανείς τις χώρες και περιοχές του κόσμου που θέτουν σε κίνδυνο την παγκόσμια ειρήνη και σταθερότητα σήμερα, θα δει πως έχουν όλες αποσταθεροποιηθεί από τις αμερικανικές παρεμβάσεις — από την πρώην Γιουγκοσλαβία στο Ιράκ, στη Λιβύη, στη Συρία, στην Ουκρανία. Και οι ΗΠΑ κατάφεραν να παρέμβουν σε αυτές τις χώρες, επειδή δεν υπήρχε η αποτροπή της Σοβιετικής Ένωσης.
Τώρα, η Ρωσία, υπό την ηγεσία του Βλαντιμίρ Πούτιν, ανέκτησε πολλή από την χαμένη υπερδύναμη της. Και αυτό είναι πολύ καλό για την ειρήνη και πολύ καλό για την σταθερότητα στον κόσμο. Έτσι, για παράδειγμα, εάν η Ρωσία σήμερα ήταν τόσο αδύναμη όσο στη δεκαετία του 1990, θα ήταν περισσότερο πιθανό οι Αμερικανοί να είχαν χρησιμοποιήσει άμεση στρατιωτική δύναμη στη Συρία για να ανατρέψουν τον Πρόεδρο Μπασάρ αλ-Άσαντ. Ως εκ τούτου, είναι προφανές ότι οι ΗΠΑ δεν έχουν το ελεύθερο στις παγκόσμιες υποθέσεις που απολάμβαναν μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης – και αυτό οφείλεται στη ρωσική αποτροπή.
Ωστόσο, η σημερινή Ρωσία δεν έχει την δύναμη που είχε η ΕΣΣΔ. Ίσως, ελπίζουμε,  θα την έχει κάποια ημέρα. Αλλά μέχρι τότε, οι αμερικανικές επεμβάσεις θα παραμείνουν ένα χαρακτηριστικό του κόσμου στον οποίο ζούμε σήμερα, έστω και με μειωμένη συχνότητα.
Η Σοβιετική Ένωση, την οποία η συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών της υποστηρίζουν, όπως εκφράστηκε σε δημοψήφισμα τον Μάρτιο του 1991, αποδείχθηκε όχι μόνο επιτυχία για τους ανθρώπους της, αλλά και για την παγκόσμια ειρήνη και σταθερότητα. Φέτος συμπληρώνονται 25 χρόνια από την εξαφάνιση αυτής της θετικής δύναμης στη διεθνή σκηνή. Αρκεί να πούμε πως ο κόσμος σήμερα είναι πιο επικίνδυνος λόγω της απουσίας της ΕΣΣΔ.

Ο Dr. Marcus Papadopoulos είναι εκδότης του περιοδικού Politics First και ειδικός στη Ρωσία και το υπόλοιπο της πρώην ΕΣΣΔ.

ΠΗΓΗ: RT.com

Νοεμβρίου 16, 2016

Η δυσφήμηση του BREXIT


Προδημοσίευση από το υπό έκδοση βιβλίο του Τάκη Φωτόπουλου «Η Νέα Διεθνής Τάξη εν δράσει: Παγκοσμιοποίηση, η επανάσταση του BREXIT και η “Αριστερά”» (Εκδόσεις Γόρδιος, Φθινόπωρο 2016

Όσον αφορά την κατασπίλωση της επανάστασης του Brexit ως «ρατσιστικής», η διεθνής ναυαρχίδα της παγκοσμιοποιητικής «Αριστεράς» (Guardian) και οι βασικοί «ριζοσπάστες» αρθρογράφοι της καθόρισαν τη γραμμή της επίθεσης, που βασιζόταν σταθερά στην ιδεολογία της παγκοσμιοποίησης γενικά και στον δήθεν αντιμεταναστευτικό χαρακτήρα της ψήφου του Βrexit, ειδικότερα. Έτσι, ένα κύριο άρθρο της Γκάρντιαν δήλωνε, μετά τη νίκη του Brexit:
«Η χώρα ξεκίνησε ένα επικίνδυνο ταξίδι… Η άμεση πρόβλεψη για τις προοδευτικές, ακόμα και τις ανθρωπιστικές αξίες στο Ην. Βασίλειο δεν είναι ενθαρρυντική. Δεν χωράει αμφιβολία ότι, έστω και στις παρυφές των οπαδών του Φάρατζ, η ξενοφοβία έπαιξε τον ρόλο της στην εκστρατεία υπέρ της αποχώρησης… Οι περισσότεροι, αλλά όχι όλοι οι Συντηρητικοί της πτέρυγας του Brexit αντιτάσσονταν, για παράδειγμα, στον γάμο των ομοφυλοφίλων, το κατεξοχήν στέρεο προοδευτικό επίτευγμα στο εγχώριο μέτωπο».[1]
Εν συνεχεία, χωρίς να παρεκκλίνουν ποτέ από τη γραμμή, ο Όουεν Τζόουνς και ο Τζορτζ Μόνμπιοτ, οι δυο βασικοί «ριζοσπάστες» αρθρογράφοι της, προέβλεψαν ένα σενάριο «Δευτέρας Παρουσίας» ως επακόλουθο του Brexit. Έτσι, πρώτος ο Όουεν Τζόουνς είδε στο Brexit μια συμφορά:
«Οι επιπτώσεις του δημοψηφίσματος μοιάζουν τρομακτικές: οικονομικό χάος, αναζωπύρωση του ρατσισμού, διάλυση του Ην. Βασιλείου. Πρέπει να αγωνιστούμε ενάντια σ’ αυτές τις πολλαπλές απειλές… Η σκέψη και μόνο των επόμενων χρόνων είναι εξαντλητική όσο και τρομακτική. Από το οικονομικό χάος έως τη νομιμοποίηση της ξενοφοβίας και του ρατσισμού· από την επικείμενη διάλυση του Ην. Βασιλείου έως την πίεση που ασκείται στην ειρηνευτική διαδικασία της Βόρειας Ιρλανδίας· από την άνοδο της σκληροπυρηνικής δεξιάς των Τόρηδων έως τις επικείμενες επιθέσεις κατά παντός, από τα δικαιώματα των εργαζομένων μέχρι το ΕΣΥ· από την αναπόφευκτη οργή που θα γεννηθεί όταν η εκστρατεία υπέρ της αποχώρησης εγκαταλείψει τις ανεπίτευκτες συλλογιστικές της έως την αναπόφευκτη ανταπόδοση από μια Ευρωπαϊκή Ένωση που φοβάται για την ύπαρξή της και που υποφέρει από τις μετασεισμικές δονήσεις του Brexit. Οτιδήποτε από αυτά θα ήταν δύσκολο να αντιμετωπιστεί ακόμα και μόνο του. Τώρα έρχονται όλα μαζί, και έρχονται γρήγορα».[2]
Ύστερα ήρθε η σειρά του Τζορτζ Μόνμπιοτ, του δεύτερου «ριζοσπάστη» αρθρογράφου της, να περιγράψει τη δική του εκδοχή της Δευτέρας Παρουσίας που θα ακολουθήσει το Brexit:
«Ναι, η ψήφος του Βrexit ενίσχυσε την πιο φρικιαστική συνάθροιση μηχανορράφων, απροσάρμοστων, ψευτών, εξτρεμιστών και μαριονέτων που γέννησε η βρετανική πολιτική στη σύγχρονη εποχή. Απειλεί να αφυπνίσει μια νέα εποχή δημαγωγίας, μια απειλή που εντείνεται από τη σκέψη ότι αν αυτό μπορεί να συμβεί, το ίδιο μπορεί και ο Ντόναλντ Τραμπ. Προκάλεσε μια αναζωπύρωση του ρατσισμού και μια οικονομική κρίση της οποίας οι διαστάσεις παραμένουν άγνωστες. Θέτει σε κίνδυνο τον έμβιο κόσμο, το ΕΣΥ, την ειρήνη στην Ιρλανδία και την υπόλοιπη Ευρωπαϊκή Ένωση».[3]


Αφήνοντας κατά μέρος τα σενάρια καταστροφολογίας που παρουσίασαν αυτοί οι δυο «ριζοσπάστες» στοχαστές της παγκοσμιοποιητικής «Αριστεράς», θα πρέπει να θυμηθούμε ότι η αποστολή τους είναι να υποστηρίζουν τα θύματα των ελίτ (στην προκειμένη περίπτωση, της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης), αλλά φαίνεται ότι σ’ αυτή την περίπτωση «λησμόνησαν» την αποστολή τους και, αντιθέτως, υποστήριξαν τις ίδιες τις ελίτ, δηλ. εκείνους που διευθύνουν γενικά τη ΝΔΤ και ειδικά την ΕΕ, στη μάχη τους κατά των θυμάτων της παγκοσμιοποίησης! Εντούτοις, η εργατική τάξη ψήφισε συντριπτικά υπέρ του Brexit και αυτό ήταν κάθε άλλο παρά μεγάλη έκπληξη. Στην πραγματικότητα, άλλοι αρθρογράφοι της Guardian, μόλις μια εβδομάδα πριν από το δημοψήφισμα, προέβλεπαν το ίδιο αποτέλεσμα. Ωστόσο, η ναυαρχίδα της παγκοσμιοποιητικής «Αριστεράς» δημοσίευσε τα συμπεράσματά τους, για χάρη μιας «αντικειμενικότητας», η οποία ωστόσο, μόνο ως σπάνια εξαίρεση επιτρέπει να δημοσιεύονται τέτοιες αιρετικές απόψεις, με προφανή στόχο να εξαπατήσει τους αναγνώστες της ότι σε αυτή την εφημερίδα δίνεται δίκαιο βήμα σε όλες τις απόψεις. Έτσι, ο Τζον Χάρις, ένας έντιμος φιλελεύθερος αριστερός αρθρογράφος, άντλησε το εξής συμπέρασμα μετά από μια τοπική έρευνα στην Αγγλία και την Ουαλία (αφού απέκλεισε ορθώς τη Σκωτία από την έρευνά του, ίσως επειδή αντιλήφθηκε ότι η πλειονότητα του σκοτσέζικου λαού είναι «χαμένη υπόθεση» για τον αγώνα κατά της παγκοσμιοποίησης):
«Για να παραθέσω την εταιρεία δημοσκοπήσεων Populus: ‘Αμφότερες οι κοινωνικοοικονομικές ομάδες C2 και DE υποστηρίζουν δυσανάλογα την αποχώρηση του Ην. Βασιλείου από την ΕΕ’. Για να γίνω λίγο πιο δραματικός, τώρα που η Σκωτία τελείωσε με την πολιτική μεταρρύθμισή της, η Αγγλία και η Ουαλία βρίσκονται εν μέσω μιας εξέγερσης της εργατικής τάξης… μην γελιέστε: σε μια σχεδόν κωμική αντανάκλαση της καθαγιασμένης αριστερής δοξασίας ότι κάθε άξιο λόγου πολιτικό κίνημα θα δημιουργηθεί κατ’ ανάγκην με άξονα τους εργαζομένους, το θεμέλιο του συνασπισμού του Brexit είναι ό,τι αποκαλούσαμε άλλοτε προλεταριάτο, μεγάλα κομμάτια του οποίου είναι τόσο ενωμένα όσο θα επιθυμούσε η οποιαδήποτε αριστερή φαντασίωση, έστω κι αν κάποια από τα ηχηρότερα παράπονά τους γεννούν μια αγωνία χωρίς τέλος στους καλώς σκεπτόμενους και προκαλούν στους Εργατικούς μεγάλη ανησυχία».[4]
Εν συνεχεία, αναφερόμενος ευθέως στον δήθεν ρατσιστικό χαρακτήρα του Brexit, θεώρησε σιωπηρά (και ορθώς) δεδομένο ότι, όπως επιχείρησα να καταδείξω στο παρελθόν, το «προσφυγικό πρόβλημα» είναι, στην πραγματικότητα, αναπόσπαστο μέρος της παγκοσμιοποίησης και των «4 ελευθεριών» που κηρύσσει η ιδεολογία της:
«Εντούτοις, μερικοί άνθρωποι –από τους μισαλλόδοξους στη ζώνη του χρηματιστηρίου μέχρι τους μαινόμενους ανεγκέφαλους στα εμπορικά κέντρα της νότιας Ουαλίας– είναι απλώς ρατσιστές. Αλλά σε μια κοινωνία και οικονομία τόσο επισφαλή όσο η δική μας, η άφιξη πλήθους ανθρώπων που είναι διατεθειμένοι να κάνουν δουλειές με ολοένα φρικτότερους όρους και συνθήκες θα πυροδοτούσε πάντοτε ηχηρή αγανάκτηση. Για πολλά μέρη, ο ρυθμός της αλλαγής και οι πιέσεις που ασκούνται στις δημόσιες υπηρεσίες εύλογα αποδείχτηκαν υπερβολικά έντονα για να μπορέσουν να αντεπεξέλθουν. Προτού κάποιος με ορθότερη άποψη για όλα αυτά εκραγεί από θυμό, θα μπορούσε επίσης να εξετάσει τα νούμερα. Από το 1991 μέχρι το 2003, στο Ην. Βασίλειο έφταναν κατά μέσο όρο 60.000 μετανάστες από την ΕΕ κάθε χρόνο. Μεταξύ 2004 και 2012, ο αριθμός αυτός ανέβηκε στους 170.000. Σύμφωνα με την απογραφή του 2011, οι κάτοικοι του Ην. Βασιλείου που κατάγονται μόνο από την Πολωνία ανέρχονται σε 654.000».[5]
Στην πραγματικότητα, τα στοιχεία που δημοσιοποίησε τον Μάιο η Εθνική Στατιστική Υπηρεσία έδειχναν ότι στο Ην. Βασίλειο εργάζονται 2,15 εκατ. μετανάστες από την ΕΕ –224.000 περισσότεροι απ’ ό,τι έναν χρόνο νωρίτερα. Άλλοι 1,19 εκατ. άνθρωποι από χώρες εκτός της ΕΕ εργάζονται επίσης στο Ην. Βασίλειο, κάτι που σημαίνει ότι οι αλλοεθνείς αντιπροσωπεύουν το 10,6% του βρετανικού εργατικού δυναμικού. Κατά συνέπεια, πολλές βιομηχανίες λένε ότι εξαρτώνται από την εργασία των μεταναστών και ότι ο περιορισμός της ελευθερίας της μετακίνησης θα προκαλέσει μεγάλα προβλήματα.[6] Μάλιστα, ακόμα και ο Γκίντεον Ράχμαν, ο οποίος θα μπορούσε να θεωρηθεί ο ιδεολογικός πατέρας της Παγκόσμιας Διακυβέρνησης, είχε υπογραμμίσει ότι, αναπόφευκτα, τα οφέλη της παγκοσμιοποίησης κατανέμονται άνισα:
«Όσοι βρίσκονται στην κορυφή της βρετανικής κοινωνικής κλίμακας γενικά έχουν ωφεληθεί αρκούντως από την παγκοσμιοποίηση, που κατά καιρούς επικρίνουν: οι μισθοί τους είναι υψηλότεροι, τα σπίτια τους έχουν μεγαλύτερη αξία, οι ορίζοντές τους και οι ορίζοντες των παιδιών τους είναι πλατύτεροι χάρη στο γεγονός ότι ζουν σε μια από τις χώρες με τις περισσότερες διεθνείς διασυνδέσεις στον κόσμο. Ο αντίκτυπος της παγκοσμιοποίησης στα φτωχότερα τμήματα της χώρας είναι πολύ πιο αμφίλογος. Η εργατική τάξη είναι αυτή που πιθανότατα θα δει τα ημερομίσθιά της να παραμένουν χαμηλά λόγω του ανταγωνισμού με τους μετανάστες και τις περιοχές της να μεταμορφώνονται από τη μαζική μετανάστευση».
Αυτή η εξέλιξη, κάθε άλλο παρά αναπάντεχη, αντιπροσωπεύει την ουσία της παγκοσμιοποίησης. Είναι πολύ γνωστό ότι, λόγω των δημογραφικών τάσεων, αρκετές χώρες της Ευρώπης, ιδίως στον Βορρά, τάχθηκαν υπέρ του να διευκολυνθεί η εισροή φθηνής εργασίας από τον ευρωπαϊκό νότο στον βορρά, καθώς και από την Ασία και την Αφρική. Αυτό ισχύει ιδιαιτέρως για τη Γερμανία, η οποία ήρθε αντιμέτωπη με μια αυξανόμενη ζήτηση εργασίας στην εποχή της παγκοσμιοποίησης –ιδίως από τότε που αναδύθηκε η Ευρωζώνη, η οποία ελέγχεται ουσιαστικά από αυτή τη χώρα. Επιπλέον, οι εγκληματικοί πόλεμοι της Υπερεθνικής Ελίτ στη Γιουγκοσλαβία, το Ιράκ, το Αφγανιστάν, τη Λιβύη και τη Συρία, καθώς και η εξίσου εγκληματική οικονομική βία κατά του ελληνικού λαού, δημιούργησαν επίσης μια μαζική έξοδο από τις αντίστοιχες χώρες του νότου προς τον βορρά και ιδίως προς τη Γερμανία.
Ειδικά τα τελευταία χρόνια, όμως, η ιδεολογία των ανοιχτών συνόρων προβλήθηκε κατά κόρον από τα ΜΜΕ της Υπερεθνικής Ελίτ, συνοδευόμενη από μια μαζική (δήθεν ανθρωπιστική) εκστρατεία για τη διάσωση των προσφύγων –τους οποίους, βεβαίως, δημιούργησε εξαρχής η Υπερεθνική Ελίτ με τους πολέμους της στη Μέση Ανατολή! Περιττό να προσθέσουμε ότι τα «ανοιχτά σύνορα» –η πολιτική που προάγουν ο Σόρος, η Υπερεθνική Ελίτ, ο Βαρουφάκης και οι όμοιοί τους– στην ουσία εκμεταλλεύονται ένα παλιό ελευθεριακό ιδεώδες, διαστρεβλώνοντας παντελώς την ουσία του στην πορεία. Τα ανοιχτά σύνορα έχουν νόημα μόνο σε μια δημοκρατική διεθνή τάξη, όπου οι λαοί του κόσμου ζουν σε πραγματική αυτοδιάθεση, ελέγχοντας οι ίδιοι τις πλουτοπαραγωγικές πηγές που έχουν στη διάθεσή τους, συμπεριλαμβανομένων των ανθρώπινων πόρων. Δηλαδή, σ’ έναν κόσμο δίχως εκμετάλλευση και δίχως ανισότητα, όπου οι λαοί αποφασίζουν οι ίδιοι ποιος είναι ο καλύτερος τρόπος να καλύψουν τις ανάγκες που αποφασίζουν να καλύψουν, μέσα από τον κοινωνικό έλεγχο και όχι μέσα από την αναρχία των αγορών. Είναι φανερό ότι ο κόσμος στον οποίο ζούμε σήμερα είναι ακριβώς το αντίθετο από αυτόν τον ιδανικό κόσμο και ότι εκείνοι που αγωνίζονται για τα ανοιχτά σύνορα είναι στην πραγματικότητα οι ελίτ και οι σύμμαχοί τους, με σκοπό να μεγιστοποιήσουν τα κέρδη τους διαμέσου της ελεύθερης διακίνησης όχι μόνο του κεφαλαίου και των εμπορευμάτων, αλλά και της φθηνής εργασίας από χώρα σε χώρα. Η αναπόφευκτη συνέπεια είναι η εξίσωση «στο κατώτατο όριο» της πραγματικής αξίας των αμοιβών και των μισθών (του «κόστους παραγωγής» τους) ανά τον κόσμο.
Αυτή είναι, επομένως, η ουσία της οικονομικής πλευράς της μετανάστευσης και όχι η ψευτο-ανθρωπιστική μαύρη προπαγάνδα περί βοήθειας στις μάζες των προσφύγων και στα θύματα της παγκοσμιοποίησης. Πόσω μάλλον όταν αμφότεροι είναι απλώς το αποτέλεσμα, αντίστοιχα, της πολιτικής και της οικονομικής παγκοσμιοποίησης. Οι εγκληματικοί πόλεμοι της Υπερεθνικής Ελίτ ήταν αυτοί που δημιούργησαν εκατομμύρια πρόσφυγες στην εποχή της παγκοσμιοποίησης και η οικονομική βία της ίδιας ελίτ, με όπλο το άνοιγμα και τη φιλελευθεροποίηση των αγορών, ήταν αυτή που γέννησε δισεκατομμύρια θύματα της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης ανά τον κόσμο.
Ωστόσο, υπάρχει ακόμα μία, εξίσου σημαντική πλευρά της παγκοσμιοποίησης: η πολιτιστική παγκοσμιοποίηση, δηλ. η σημερινή ομογενοποίηση της κουλτούρας, όπως εκφράζεται π.χ. από το γεγονός ότι σχεδόν οι πάντες στο σημερινό «παγκόσμιο χωριό» παρακολουθούν λίγο πολύ τα ίδια τηλεοπτικά σίριαλ και βίντεο, και καταναλώνουν –ή φιλοδοξούν να καταναλώσουν– τα ίδια προϊόντα κ.ο.κ.
Η εθνική κουλτούρα έρχεται, ασφαλώς, σε φανερή σύγκρουση με μια παγκοσμιοποιητική κουλτούρα σαν κι αυτή που επιβάλλεται σήμερα «από τα πάνω», από την Υπερεθνική και τις ενσωματωμένες στη ΝΔΤ εθνικές ελίτ. Έτσι, η εθνική κουλτούρα συμπεριλαμβάνει όλες τις μείζονες όψεις της κουλτούρας που δημιούργησε ένα έθνος κατά τη διάρκεια της ιστορίας του (γλώσσα, ιδέες, δοξασίες, έθιμα, ταμπού, κώδικες, θεσμούς, εργαλεία, τεχνικές, έργα τέχνης, ιεροτελεστίες, τελετές κ.ο.κ.). Υπό αυτή την έννοια, ένα έθνος μπορεί να οριστεί ως μια ιστορικά συσταθείσα, σταθερή κοινότητα ανθρώπων, η οποία έχει συσταθεί ιστορικά στη βάση μιας κοινής κουλτούρας, αλλά επίσης μιας κοινής επικράτειας και οικονομικής ζωής.
Από την άλλη πλευρά, η παγκοσμιοποιητική κουλτούρα είναι ουσιαστικά η άρνηση της εθνικής κουλτούρας, καθώς βασίζεται στην παγκοσμιοποιητική ιδεολογία της πολυπολιτισμικότητας, της προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων κ.λπ., που στην ουσία είναι μια προέκταση της κλασικής φιλελεύθερης ιδεολογίας στη ΝΔΤ. Στην ουσία, οι εγκληματικοί πόλεμοι που εξαπέλυσε η Υπερεθνική Ελίτ στην εποχή της παγκοσμιοποίησης απέβλεπαν κυρίως στην «προστασία» των ανθρώπινων δικαιωμάτων (Γιουγκοσλαβία, Ιράκ, Αφγανιστάν, Λιβύη και, εμμέσως, Συρία). Δεν είναι λοιπόν τυχαίο ότι οι ιδεολόγοι της παγκοσμιοποίησης χαρακτηρίζουν την παρούσα άνθηση του νεο-εθνικισμού, όπως τον αποκάλεσα (UKIP στη Βρετανία, FN στη Γαλλία κ.ο.κ.), ως άνοδο του «ανελευθερισμού».
Στην πραγματικότητα, ωστόσο, η πολιτιστική παγκοσμιοποίηση δεν είναι μόνο κάποιου είδους «αυτόματη» συνέπεια της παγκοσμιοποίησης. Αποδεικνύεται ότι είναι επίσης μια εσκεμμένη πολιτική της Υπερεθνικής Ελίτ, που σκοπό έχει να δημιουργήσει τη μαζική ροή μεταναστών στην ΕΕ, η οποία αποκαλείται κατ’ ευφημισμόν «προσφυγικό πρόβλημα». Έτσι, ο Πίτερ Σάδερλαντ, ο υπεύθυνος του ΟΗΕ για τη μετανάστευση (με την ιδιότητα του Ειδικού Αντιπροσώπου του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ για τη Διεθνή Μετανάστευση, καθώς και του προέδρου του Παγκόσμιου Φόρουμ για τη Μετανάστευση και την Ανάπτυξη, το οποίο φέρνει κοντά εκπροσώπους 160 εθνών για να μοιραστούν ιδέες για πολιτικές στρατηγικές) εξέφρασε επίσημα τη γραμμή της Υπερεθνικής Ελίτ για τη μετανάστευση και την πολιτική ομοιογένεια. Μάλιστα, ο Σάδερλαντ είναι και ο ίδιος επιφανές μέλος της Υπερεθνικής Ελίτ, καθώς ήταν ο πρώτος γενικός διευθυντής του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, ενός από τους κύριους θεσμούς της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης. Θήτευσε επίσης επί 20 χρόνια ως πρόεδρος της Goldman Sachs International και είναι τέως πρόεδρος της γιγάντιας βιομηχανίας πετρελαίου BP. Με τόσο εξαιρετικά «διαπιστευτήρια» από τη ΝΔΤ, έπαιξε φυσικά εξέχοντα ρόλο στην εκστρατεία κατά του Βrexit. Ωστόσο, ακόμα σημαντικότερο είναι να εξετάσουμε τις απόψεις του σε σχέση με τη «μεταναστευτική κρίση» και το «προσφυγικό πρόβλημα», όπως αποκάλυψε το ίδιο το BBC, το κορυφαίο όργανο προπαγάνδας της Υπερεθνικής Ελίτ.
Πριν από τέσσερα χρόνια, ο Σάδερλαντ, ερωτώμενος από την επιτροπή της βρετανικής Βουλής των Λόρδων σχετικά με τη μετανάστευση, αποκάλυψε ακούσια ποιος και γιατί δημιούργησε τη μαζική έξοδο των μεταναστών στην Ευρώπη τα τελευταία χρόνια, καθώς και τα κίνητρα πίσω από το επονομαζόμενο «προσφυγικό πρόβλημα». Δηλαδή, αποκάλυψε ακούσια ότι, στην πραγματικότητα, η Υπερεθνική Ελίτ, προκειμένου να ανταποκριθεί στις ανάγκες της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης και να ικανοποιήσει τις απαιτήσεις για φθηνή εργασία, είχε χρησιμοποιήσει την ιδεολογία της παγκοσμιοποίησης, με όρους της πολυπολιτισμικότητας και των ανοιχτών συνόρων, ουσιαστικά για να επιτύχει τους σκοπούς της, την οικονομική και πολιτιστική παγκοσμιοποίηση. Το μέσον για την επίτευξη αυτού του μείζονος σκοπού ήταν η υπονόμευση της πολιτιστικής ομοιογένειας των ευρωπαϊκών εθνών.
Ιδού τι ανέφερε το BBC για την κρίσιμη συνάντηση της επιτροπής με τον Σάδερλαντ:
Ένας γερασμένος ή μειούμενος γηγενής πληθυσμός σε χώρες όπως η Γερμανία ή τα κράτη της νότιας Ευρώπης ήταν το “κεντρικό επιχείρημα –διστάζω να χρησιμοποιήσω τη λέξη, επειδή έχει δεχτεί επίθεση από τον κόσμο– υπέρ της ανάπτυξης των πολυπολιτισμικών κρατών”, πρόσθεσε. «Είναι αδύνατον να θεωρήσουμε ότι μπορεί να επιβιώσει η ομοιογένεια, στον βαθμό που την προϋποθέτει το άλλο επιχείρημα, επειδή τα κράτη πρέπει να γίνουν πιο ανοιχτά κράτη, από την άποψη των ανθρώπων που τα κατοικούν. Όπως ακριβώς έχει αποδείξει το Ηνωμένο Βασίλειο». Στο πλέον βασικό επίπεδο, τα άτομα θα πρέπει να έχουν την ελευθερία της επιλογής. Ο ειδικός αντιπρόσωπος του ΟΗΕ για τη μετανάστευση ερωτήθηκε επίσης τι θα πρέπει να κάνει η ΕΕ με τα στοιχεία του ΟΟΣΑ που δείχνουν ότι τα ποσοστά απασχόλησης των μεταναστών είναι υψηλότερα στις ΗΠΑ και την Αυστραλία απ’ ό,τι στις χώρες της ΕΕ. Είπε στην επιτροπή: «ΟΙ ΗΠΑ ή η Αυστραλία και η Νέα Ζηλανδία είναι κοινωνίες μεταναστών και γι’ αυτό φιλοξενούν πιο πρόθυμα εκείνους που προέρχονται από διαφορετικά υπόβαθρα απ’ ό,τι εμείς, που διατηρούμε ακόμη μια αίσθηση της ομοιογένειάς μας και της διαφοράς μας από τους άλλους. Και αυτό ακριβώς, κατά τη γνώμη μου, θα πρέπει η Ευρωπαϊκή Ένωση να βάλει τα δυνατά της για να το υπονομεύσει». (Η έμφαση είναι δική μου).[7]
Έτσι, γι’ αυτόν τον συχνό συμμέτοχο στις συσκέψεις της Λέσχης Μπίλντερμπεργκ (που είναι άλλος ένας άτυπος θεσμός της Υπερεθνικής Ελίτ, δηλαδή ένας οργανισμός διεθνούς δικτύωσης ανωτάτου επιπέδου, ο οποίος συχνά επικρίνεται για την υποτιθέμενη μυστικότητά του), η ΕΕ θα πρέπει να βάλει τα δυνατά της για να υπονομεύσει την πολιτιστική ομοιογένεια σε εθνικό επίπεδο, με τις μεταναστευτικές και προσφυγικές πολιτικές της, με το πρόσχημα ότι υποστηρίζει το «ιερό» δικαίωμα της ελευθερίας της επιλογής και τις ανθρωπιστικές «ευρωπαϊκές αξίες» στο ζήτημα των προσφύγων. Με βάση αυτό το αποπροσανατολιστικό επιχείρημα, που εκφράζει τις φιλελεύθερες αξίες της αυτονομίας του ατόμου (σε αντιδιαστολή με τις ελευθεριακές και σοσιαλιστικές αξίες της συλλογικής ή κοινωνικής αυτονομίας), δημιουργήθηκε η τεράστια προπαγάνδα της Υπερεθνικής Ελίτ περί «διάσωσης των προσφύγων», η οποία είχε πολλαπλούς στόχους:
α) Να υποβοηθήσει την οικονομική παγκοσμιοποίηση, παρέχοντας άφθονη φθηνή εργασία για να καλυφθούν οι αναπτυξιακές ανάγκες του ευρωπαϊκού Βορρά και, συγχρόνως, εξισώνοντας στο κατώτατο όριο τις αμοιβές και τους μισθούς·
β) Να προαγάγει ουσιαστικά την πολιτιστική ομογενοποίηση, υπονομεύοντας την πολιτιστική ομοιογένεια κάθε έθνους, ως προϋπόθεση για τη δημιουργία μιας ενοποιημένης πολιτικής και οικονομικής Ευρώπης, η οποία θα είναι και το πρώτο βήμα στη διαδικασία της παγκόσμιας διακυβέρνησης (το επόμενο θα είναι η ουσιαστική συγχώνευση της ΕΕ και της NAFTA διαμέσου της ΤΤΙΡ) ·
γ) Να καταστρέψει οποιαδήποτε υπολείμματα οικονομικής και εθνικής κυριαρχίας, στο πλαίσιο μιας ΕΕ χωρίς σύνορα. Αντιδρώντας σ’ αυτή την τάση και στην επακόλουθη άνοδο των νεοεθνικιστικών κινημάτων ανά την Ευρώπη, αρκετές ευρωπαϊκές χώρες αναγκάστηκαν τους τελευταίους μήνες να κλείσουν τα σύνορά τους, πλην εκείνων που έχουν ήδη απολέσει κάθε ίχνος κυριαρχίας, όπως η Ελλάδα, η οποία κυβερνάται, όπως ανέφερα πιο πάνω, από μια εγκληματική «αριστερή» κυβέρνηση απατεώνων.
Ακριβώς με αυτή την έννοια, επομένως, ήταν επαναστατική η απόφαση του βρετανικού λαού για το Brexit, καθώς τορπίλιζε αυτή την προσεκτικά σχεδιασμένη μακροπρόθεσμη διαδικασία της παγκόσμιας διακυβέρνησης. Αυτό εξηγεί και την τεράστια αντεπανάσταση που τέθηκε σε κίνηση από την Υπερεθνική Ελίτ, αμέσως μόλις ανακοινώθηκε το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος. Ο σκοπός ήταν να «τιμωρηθούν» με κάθε δυνατό τρόπο όσοι Βρετανοί είχαν το θάρρος να αντισταθούν στη νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση, ούτως ώστε κανείς άλλος να μην διανοηθεί καν να τους μιμηθεί.
Ωστόσο, η ΝΔΤ της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης δεν δημιούργησε μόνον ένα πελώριο οικονομικό ρήγμα στους κόλπους του βρετανικού πληθυσμού (οι πλούσιοι έγιναν κατά 64% πλουσιότεροι απ’ ό,τι ήταν πριν από την ύφεση, ενώ οι φτωχοί έγιναν κατά 57% φτωχότεροι, σύμφωνα με μια πρόσφατη μελέτη του Ιδρύματος Κοινωνικής Αγοράς [SMF]),[8] αλλά και ένα εξίσου πελώριο πολιτιστικό ρήγμα, όπως περιέγραψα πιο πάνω. Ο Πολ Μέισον, ένας πολύ γνωστός πρώην τροτσκιστής που σήμερα είναι παρατρεχάμενος της ΕΕ τηλεπαρουσιαστής, μέλος της παγκοσμιοποιητικής «Αριστεράς» και θαυμαστής του Βαρουφάκη και των λοιπών, έκανε μια ωραία περιγραφή αυτού του πολιτιστικού ρήγματος και της απολιτικής νεολαίας που ψήφισε συντριπτικά κατά του Brexit: «το άλλο μισό (που ψήφισε υπέρ της παραμονής) συμβολίζεται από τον μουσάτο «χίπστερ» –ο οποίος βλέπει να τελούν τώρα υπό αμφισβήτηση τα ταξίδια του στο Βερολίνο για τέχνη, στην Ιμπίθα για χορό  και την υποτιθέμενη πολιτιστική κυριαρχία του κοινωνικού φιλελευθερισμού και του αντιρατσισμού του να αντιμετωπίζει απειλή».[9]

[1] Κύριο άρθρο, “Britain after Brexit: our economy, our union and our place in the world are all at stake”, The Guardian, 25/6/2016.
[2] Owen Jones, “We cannot succumb to inevitable disaster. It’s time to campaign to save our future”, The Guardian, 28/6/2016.
[3] George Monbiot, “Brexit is a disaster, but we can build on the ruins”, The Guardian, 29/6/2016.
[4] George Harris, “We are in the midst of a working-class revolt”, The Guardian, 17/6/2016.
[5] Ό. π.
[6] Sarah Butler, “Employers dependent on foreign workers seek reassurances from Whitehall”, The Observer, 3/7/2016.
[7] Brian Wheeler, “EU should ‘undermine national homogeneity’ says UN migration chief”, BBC News, 21/6/2012.    http://www.bbc.com/news/uk-politics-1851
[8] Nigel Morris, “Britain’s divided decade: the rich are 64% richer than before the recession, while the poor are 57% poorer”, The Independent, 10/3/2015.